"μύρισε φευγάτο καλοκαίρι, γύρισε ο καιρός προς το... βοριά
τι 'ναι το φθινόπωρο να φέρει, τι 'ναι το να κάψω στη φωτιά".
Είναι το ευλογημένο φθινόπωρο
Καθώς τα καλοκαιρινά φώτα σβήνουν σιγά - σιγά το ένα μετά το
άλλο και τα απόνερα από τις μικρές ή μεγάλες θαλάσσιες διαδρομές
διαλύονται, οι ψυχές μας ονειρεύονται τα πρωτοβρόχια.
Τελευταίες καλοκαιρινές ανάσες ενός Σεπτέμβρη που
μετρά ήδη σε αντίστροφη μέτρηση. Τα απογεύματα κόντυναν λες και η νύχτα
απλώνει τη διάρκεια της. Μόνο τα φύλλα στέκουν ακόμα αγέρωχα
στα κλαδιά αδιαφορώντας αν ο βοριάς φυσήξει μέρα
με τη μέρα. Τα πρώτα χρυσάνθεμα ολάνθιστα και ευωδιαστά
προσμένουν τον Οκτώβρη και οι ανεμότρατες λύνουν τους
κάβους τους για να αλαργέψουν στο πέλαγος.
Είναι η εποχή που ο μούστος σιγοβράζει στα βαρέλια και ο γεωργός ετοιμάζεται για το όργωμα. Είναι η εποχή του τέλους αλλά και της αρχής. Των νέων φοιτητών που φεύγουν, των παραθεριστών που επιστρέφουν στις εστίες τους, των μαθητών που φόρτωσαν τις τσάντες τους στον ώμο!