Οι γιορτές πλέον δεν έχουν την ατμόσφαιρα άλλων εποχών. Η χαρά, η ξεγνοιασιά, ο ενθουσιασμός και η απλότητα των ημερών έχουν υποχωρήσει και τη θέση τους έχουν πάρει η απομόνωση, η κατήφεια και το άγχος για το αύριο.
Κι όμως οι γιορτές ήταν πάντα το μοναδικό αποκούμπι και καταφύγιο γιατί οι γιορτές κρύβουν μια αδαπάνητη εσωτερικότητα. Πέρα και μακριά από το επιφανειακό υπάρχει η εσωτερικότητα ενός πνευματικού γεγονότος, η ουσία και ο πυρήνας του. Η αλήθεια του!
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι προ των πυλών.
Προηγείται όμως το τριήμερο αυτό που σε άλλες εποχές ήταν και το μεγάλο ξεφάντωμα της αποκριάς. Αναδημοσιεύουμε το σχετικό σημείωμα με τα έθιμα αυτών των ημερών, του τελευταίου σαββατοκύριακου της αποκριάς.
Ας πάρουμε όμως μια ανάσα από τις σελίδες άλλων εποχών για αυτές τις ημέρες. Ας ξαναδιαβάσουμε τα έθιμα των ημερών έτσι όπως τα καταγράφει για την Αίγινα ο κ. Ι. Μάντζαρης στο βιβλίο του: "Αιγηνιτών Ήθη και Έθιμα".
Αναφέρει:


Οι κοπέλες που επιθυμούσαν να μάθουν τη μοίρα τους ( ποιόν θα παντρευτούν) επισκέπτονταν ανήμερα την Καθαρά Δευτέρα τρία μονοστέφανα σπίτια, δηλαδή οικογένειες, όπου και οι δύο σύζυγοι είχαν παντρευτεί μια μόνο φορά και εκεί μάζευαν νερό, αλεύρι κι αλάτι. Συνήθως όμως δεν έπαιρναν αλεύρι, αλλά ζητούσαν το προζύμι με το οποίο είχαν παρασκευάσει τα μακαρόνια της Τυροφάγου. Γυρίζοντας σπίτι τους, έβαζαν τα υλικά αυτά σε ένα ντεζερέδι (καζάνι) και πρόσθεταν αλάτι και το έβαζαν στο κατώφλι της πόρτας εισόδου του σπιτιού τους. Κατόπιν ζύμωναν τα υλικά αυτά έχοντας στα χέρια τους πίσω και έπλαθαν ένα κουλούρι, το οποίο το έψηναν στο πιο κοντινό σταυροδρόμι της γειτονιάς. Το κουλούρι αυτό το ονόμαζαν οι αιγινήτισσες «αρμυροκούλουρο», λόγω της μεγάλης ποσότητας αλατιού που περιείχε. Οι κοπέλες, λίγο πριν πέσουν για ύπνο έτρωγαν τα αρμυροκούλουρα, χωρίς να πιούν νερό. Στη συνέχεια πήγαιναν για ύπνο ελπίζοντας να δουν στο όνειρό τους τον άνδρα που επρόκειτο να παντρευτούν να τους δίνει νερό να πιούν.

Σύμφωνα με την Ασπασία Γκίκα, οι αιγινήτες ευσεβείς και πιστοί άνθρωποι νήστευαν καθόλη τη διάρκεια της Μεγάλης και Αγίας Τεσσαρακοστής. Ιδιαίτερα τις μέρες Τετάρτη και Παρασκευή δεν έτρωγαν κανένα λαδερό φαγητό. Με την είσοδο της Αγίας Σαρακοστής και πιο συγκεκριμένα την πρώτη Τετάρτη μετά την Καθαρά Δευτέρα, έβραζαν τα πολύλογα, ένα είδος σούπας που περιείχε σιτάρι, κουκιά, φασόλια, ρεβίθια, φασόλια μαυρομάτικα, φακή και καλαμπόκι. Από τα πολύλογα την πρώτη κουταλιά έτρωγαν – εάν υπήρχαν στην οικογένεια – τα κορίτσια ή την έβαζαν στο στόμα τους και έφευγαν. Την κουταλιά αυτή την έδεναν στο μαντήλι τους και έκαναν βόλτα στη γειτονιά, στο πηγάδι, με την ελπίδα να ακούσουν το όνομα του παλικαριού με το οποίο θα παντρεύονταν. Το έθιμο των πολυλόγων αναβίωνε στην Παλιαχώρα από όπου και ξεκίνησε, ιδίως στη Βυζαντινή εποχή και συνδέθηκε με τη βλάστηση και την ευφορία της γης αποτελώντας ευχαριστήρια προσφορά στο θαυματουργό Άγιο Δημήτριο ή Άγιο Τρύφωνα