"μύρισε φευγάτο καλοκαίρι, γύρισε ο καιρός προς το... βοριά
τι 'ναι το φθινόπωρο να φέρει, τι 'ναι το να κάψω στη φωτιά".
Είναι το ευλογημένο φθινόπωρο
Καθώς τα καλοκαιρινά φώτα σβήνουν σιγά - σιγά το ένα μετά το άλλο και τα απόνερα από τις μικρές ή μεγάλες θαλάσσιες διαδρομές διαλύονται, οι ψυχές μας ονειρεύονται τα πρωτοβρόχια.
Τελευταίες καλοκαιρινές ανάσες ενός Οκτώβρη που αποφάσισε να γυρίσει σελίδα και να μας φέρει τα πολυπόθητα πρωτοβρόχια. Τα απογεύματα κόντυναν λες και η νύχτα απλώνει τη διάρκεια της. Μόνο τα φύλλα στέκουν ακόμα αγέρωχα στα κλαδιά αδιαφορώντας αν ο βοριάς φυσά για να δείξει πως έρχεται ο φίλος του ο χειμώνας.
Τα πρώτα χρυσάνθεμα ολάνθιστα και ευωδιαστά προσμένουν τη γιορτή του Άι Δημήτρη και οι ανεμότρατες λύνουν τους κάβους τους για να αλαργέψουν στο πέλαγος.
Είναι η εποχή που ο μούστος σιγοβράζει στα βαρέλια και ο γεωργός ετοιμάζεται για το όργωμα. Είναι η εποχή του τέλους αλλά και της αρχής. Των νέων φοιτητών που φεύγουν, των παραθεριστών που επιστρέφουν στις εστίες τους, των μαθητών που φόρτωσαν τις τσάντες τους στον ώμο!