Η Σαρακοστή των Χριστουγέννων είχε μόλις αρχίσει. Και ίσως αυτό την βοηθούσε να αναπολήσει με νοσταλγία τα ταξίδια της. Να τα μετρήσει και να ξεφυλλίσει κάθε σελίδα τους αρχίζοντας από το Δεκέμβρη του 1972 όταν η μάνα της η Φωτεινή είχε κάνει το θαύμα της!
Εκείνο το πρωινό της Τρίτης το μαύρο τηλέφωνο με το στριφτό καλώδιο κτύπησε διαφορετικά και παρόλο που η Ζωή σήκωσε το ακουστικό αδιάφορα, ήταν αρκετό να την κινητοποιήσει και σε λίγη ώρα να βρεθεί στην σκάλα του βαποριού.
Αυτό ήταν και το πρώτο από τα ταξίδια που έμελλε να κάνει η Ζωή τα επόμενα χρόνια. Και ήταν πάντα Δεκέμβρης λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, ότι είχε προλάβει να στολίσει το δέντρο της και να προγραμματίσει τα χριστουγεννιάτικα γλυκά της.
«Τα χριστουγεννιάτικα ταξίδια της γιαγιάς Singer» έτσι θα τα έλεγε μετά από χρόνια ο Άγγελος, όταν πια η Ζωή θα του είχε αφηγηθεί με κάθε λεπτομέρεια τις περιπέτειες της που έδιναν κάθε φορά άλλη γεύση στις γιορτές της.
Έτσι πίστευε ο Άγγελος. Ότι τα είχε ακούσει όλα. Όμως πάντα υπήρχαν στις διηγήσεις της Ζωής κάποιες χαραμάδες, κάποιες μισάνοιχτες πόρτες που δεν είχε ακόμα με τόλμη ανοίξει. Κάποιες πτυχές που δεν ήθελε να διηγηθεί, ίσως όχι ακόμα.
Η ομίχλη θάμπωνε τα φώτα στους φανοστάτες της Πειραϊκής ακτής και φιλοτεχνούσε με αριστουργηματικό τρόπο το σκηνικό της αναπόλησης που η αυλαία του έγραφε 1972.
Η ομίχλη είχε κατορθώσει απόψε να κρύψει από τον οπτικό ορίζοντα της Ζωής τη φιγούρα της Αίγινας. Καρφωμένο το βλέμμα προς αυτήν την κατεύθυνση είχε βυθιστεί σε αναμνήσεις ταξιδιών, σε μέρες Χριστουγέννων, σε βλέμματα και λέξεις που είχε ανταλλάξει με τη μάνα της σε εκείνες τις στιγμές που ποτέ δεν θα περίμενε ότι θα ζούσε.
Γιατί η ζωή είναι γεμάτη απρόοπτα και ανατροπές που ακυρώνουν κάθε σιγουριά και συνήθεια.
Αν έβλεπες εκείνο το απόγευμα τη Ζωή μέσα στο σύθαμπο της ομίχλης, καθισμένη στο παγκάκι της πλατείας Αλεξάνδρας, θα ήσουν βέβαιος ότι ταξιδεύει.
Καρφωμένη στο παγκάκι, ακίνητη μα ο νους, η ματιά, η ψυχή ταξίδευαν.
Απέναντι!
Στο νησί!