Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

"Πέσε πίτα να σε φάω".....

 



  Αισίως μπήκαμε και φέτος στον καιρό της  βασιλόπιτας. Πίτες παντού και από παντού. Είναι όλες καλοδεχούμενες γιατί δουλεύουν με αυτόν τον τρόπο πολλοί επαγγελματίες, ο κόσμος ξανα- βγαίνει από τα σπίτια του, αυξάνονται οι κοινωνικές επαφές όπως και  το βάρος   όσων τις απολαμβάνουν. 

Προσκλήσεις  από παντού  για συμμετοχή στην  εκδήλωση  της κοπής  της πίτας.  Με  τον τρόπο αυτό δίνουμε και μια μικρή παράταση στις  γιορτές  που τελείωσαν  αλλά  πάντα  θέλουμε  να είναι  στη ζωή μας. Έτσι λοιπόν κόβουμε πίτες ακόμα  και μέσα  στο Φεβρουάριο.

Και  η πρόσκληση διαφέρει από φορέα σε φορέα. Για τους περισσότερους είναι "βασιλόπιτα" για κάποιους  πιο υποψιασμένους εκκλησιαστικά  είναι "αγιοβασιλόπιτα" θέλοντας  να τονίσουν έτσι  τη σχέση της πίτας  με  τον Άγιο Βασίλειο και τέλος  για όσους είναι  μακριά  από  τα  Θεολογικά  ή εκκλησιαστικά  η πίτα  αποκαλείται  "πρωτοχρονιάτικη". Έτσι απλά!

Η κοπή της βασιλόπιτας είναι ένα πατροπαράδοτο έθιμο  που συνεχίζεται  μέσα στους αιώνες. Ξεκίνησε όμως από μια μεγάλη κοινωνική ανάγκη, κατέληξε  να αποκτήσει την κρούστα και  την αίγλη του παραδοσιακού εθίμου και  τελικά να γίνει  ένας μικρός  θεσμός  που δίνει μια νότα γιορτής ή παράτασης  του εορταστικού κλίματος μέσα στον Ιανουάριο καιτο Φεβρουάριο. Πολλές  φορές  παράλληλα ακόμα και με τις αποκριάτικες εκδηλώσεις κάποιοι φορείς ή σύλλογοι κόβουν πίτες.
   Η πίτα είναι το  άλλοθι ή η δικαιολογία  γαι να υπενθυμίσουμε  και να δηλώσουμε  το παρόν μας.
   Είναι όμως έτσι τα πράγματα;



Βρισκόμαστε στον 4ο αιώνα στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Επίσκοπος της πόλης ο Βασίλειος, γόνος πολύτεκνης οικογένειας, ασκητικός αλλά  ακάματος κοινωνικός εργάτης με αυξημένο το αίσθημα ευθύνης για  τους ανθρώπους του, το ποίμνιό του, τις ψυχές που ο Θεός του εμπιστεύτηκε. Φτώχεια, δυστυχία, πόνος, πείνα, ανέχεια. Και ο Βασίλειος τολμά να κτυπήσει τις πόρτες των πλουσίων, να τους μιλήσει έντονα, με πάθος και να τους αναγκάσει να δώσουν. Και η φωνή του, το κάλεσμά του βρίσκει ανταπόκριση. Μαζεύεται μεγάλος όγκος νομισμάτων και κοσμημάτων που θα πρέπει  τώρα με κάποιο διακριτικό τρόπο να τα μοιράσει στους αναξιοπαθούντες της περιφέρειάς του. 

Έτσι λοιπόν σκαρφίζεται έναν έξυπνο τρόπο , ώστε και να μοιραστούν τα πολύτιμα αντικείμενα και να μην θίξει την αξιοπρέπεια κάποιων φτωχών αδελφών. Ζυμώνει μικρά ψωμάκια και μέσα σε αυτά βάζει από ένα κόσμημα ή ένα νόμισμα και τα  αφήνει τη νύχτα έξω από τις πόρτες των ανθρώπων που έχουν ανάγκη. Έτσι και τροφή τους έδωσε αλλά και τρόπο για να ζήσουν τις επόμενες μέρες εξαργυρώνοντας τα κοσμήματα ή τα νομίσματα με τρόφιμα ή ρούχα που είχαν ανάγκη.



Εμείς περιοριζόμαστε μόνο στο εθιμοτυπικό και κοσμικό μέρος  του εθί