Αιγινήτες
«Κάθε δεντρί κι ο ίσκιος του»
Τα
χρόνια που η Αίγινα είχε λιγοστά δέντρα, οι κάτοικοί της όργωναν τη γη και έσπερναν κριθάρι, βρώμη, σιτάρι και
όσπρια για να καλύψουν τις βασικές διατροφικές ανάγκες τους. Δίπλα στις
μικρές αυτές καλλιεργήσιμες εκτάσεις
υπήρχαν πολλά αμπέλια, αμυγδαλιές, συκές, βερυκοκιές, λιγοστές ελιές, κάποια
κυπαρίσια, σκίνα και αραποσυκιές. Οι φιστικιές ήρθαν αργότερα.
Οι παλαιοί Αιγινήτες δούλευαν τη γη τους και
ψάρευαν στη θάλασσα τους. Κάποιοι από
αυτούς, οι πιο τολμηροί, ανέβαιναν στα
σφουγγαράδικα καΐκια και τράβαγαν κατά το νότο για να βουτήξουν για σφουγγάρια.
Έφευγαν το Μάιο και, αφού τρύγιζαν το
βυθό μέχρι τον κόλπο της Βεγγάζης επέστρεφαν το Σεπτέμβρη ευτυχισμένοι στα σπιτικά και στη γη τους.
Εκείνες τις εποχές λοιπόν που τούτη η γη δεν
είχε πολλά δέντρα για να ξαποστάσεις στον ίσκιο τους, υπήρχαν άνθρωποι απλοί,
μεροκαματιάρηδες, γεμάτοι δύναμη και όρεξη για ζωή. Άνθρωποι του μόχθου, της βιοπάλης που κατόρθωσαν και στάθηκαν
όρθιοι στα δύσκολα της ζωής. Άντρες και γυναίκες που ξεπέρασαν την πείνα, την
ανέχεια, τις αρρώστιες, τη γερμανική κατοχή, με χαμόγελο και ελπίδα. Άνθρωποι
που δεν λύγισαν, δεν κοντοστάθηκαν, δεν τα παράτησαν γιατί αγαπούσαν τη ζωή, τον τόπο τους, γιατί είχαν πίστη στο Θεό και εμπιστοσύνη
στον αδελφό τους.
Έκαναν την καθημερινότητα γιορτή, μεθούσαν
και τραγουδούσαν σε κάθε ευκαιρία σε γιορτές, στον τρύγο, στο αλώνι. Μάλωναν,
καβγάδιζαν, βλαστημούσαν αλλά στο τέλος φιλιωμένους τους έβρισκε το δειλινό.
Άνθρωποι που όταν αλάργεψαν από τη ζωή και από τα χώματα τους έμεινε η αύρα τους, ο αγέρας, ο ίσκιος τους να
ξεκουράζει και η θύμηση, η μνήμη τους να αναπαύει τους επόμενους.
Είναι όλοι εκείνοι που έζησαν μαζί με τον Άγιο
Νεκτάριο και ξελάκωσαν μαζί τα χωράφια
του μοναστηριού του. Εκείνοι που χάζευαν
τον Καζαντζάκη να κατεβαίνει για ψώνια
στην πόλη. Το καλοντυμένο Ελύτη να σεργιανίζει στο λιμάνι. Τον Βασιλείου καθιστό να
ζωγραφίζει μπροστά στην παλέτα του την Παναγίτσα και τον Μόραλη να πίνει τον καφέ
του στο «Αιάκειον»
Κοντά σε αυτούς και κάποιοι
άλλοι που ανέβασαν με τα γαϊδουράκια
τους τον Άλμπερ Καμύ, τη Βιρτζίνια
Γουλφ, την Ελίζαμπεθ Τέηλορ στην Αφαία.
Αυτοί που βοήθησαν τη Γωγώ Κουλικούρδη να στήσει τις πρώτες γιορτές στην Κολώνα και στην Αφαία, που είδαν τον
Κώστα Βάρναλη να κάνει βαρκάδα με την
Κατερίνα, τη Ζωή το Αντιγονάκι και τη Ζηνοβία.
Οι παλαιοί πετράδες, οι ρετσινάδες, οι
ταβερνιάρηδες οι πρώτοι καλλιεργητές και μικροπωλητές του φιστικιού. Οι
πάμπολλοι κομπάρσοι στις «Διακοπές στην Αίγινα» που έτρεξαν δίπλα στην Αλίκη
Βουγιουκλάκη και στον Ανδρέα Μπάρκουλη. Οι χαμάληδες και οι αμαξάδες του λιμανιού που μετέφεραν τις βαλίτσες του Γ. Σεφέρη, του Ν. Νικολάου της Μαρίας
Πωπ.
Πώς να μην αναφέρουμε
και τους ταπεινούς χωρικούς της Βαγίας
που ενέπνευσαν τη Ζωρζ Σαρρή και τους ταπεινούς συνεργάτες του Χρήστου Καπράλου;
Απλοί άνθρωποι, ανώνυμοι
πολλές φορές μα με μεγάλο ίσκιο. Στον ίσκιο τους σήμερα εμείς ξαποσταίνουμε, στα
αγκωνάρια της προσωπικής τους δουλειάς
ακουμπάμε και ατενίζουμε με ασφάλεια το
μέλλον.
Είναι όλοι τους Αιγινήτες!
Με
αυτές τις σκέψεις
προχωρούμε σήμερα στην έκδοση και
κυκλοφορία ενός εντύπου που φιλοδοξεί να αναδείξει εκείνες τις
μορφές που διαμόρφωσαν την ταυτότητα
του νησιού και επηρέασαν με τη ζωή, το ήθος και την εργασία τους την
κοινωνία και τις εξελίξεις του τόπου.
Αναπόσπαστο μέρος της ανθρωπογεωγραφίας
του νησιού μας.
Κάποιοι από αυτούς είναι
γνωστοί και επώνυμοι για τους οποίους συχνά έχουμε κάνει αναφορές σε έντυπα και ηλεκτρονικές
σελίδες. Κάποιοι άλλοι είναι λιγότεροι γνωστοί, αλλά εξίσου σημαντικοί και αξιόλογοι.
Αυτές τις μορφές
επιθυμούμε να παρουσιάσουμε σε ένα
κοινό που ενδιαφέρεται ειλικρινά
για την Αίγινα και τον
πολιτισμό της.
Κύριο κορμό του τεύχους αποτελούν οι δύο
συνεντεύξεις που οι μαθητές του 2ου Γυμνασίου Αίγινας είχαν πάρει
από τη Γωγώ Κουλικούρδη. Πρόκειται για συνεντεύξεις – συζητήσεις που έχουν ήδη
κυκλοφορήσει σε έντυπη μορφή με τον
τίτλο «Η Γωγώ της Αίγινας»
Κυκλοφορεί στο Βιβλιοπωλείο "Λυχνάρι"