Η Πρωτοχρονιά έχει τα δικά της έθιμα, μικρά ή μεγάλα δεν έχει σημασία που κάθε χρόνο τέτοιες μέρες τα θυμόμαστε αφού πλέον ο σύγχρονος τρόπος ζωής εστιάζει αυτήν την ημέρα σε άλλες συνήθειες που αναφέρονται στην ευζωΐα και στην καταναλωτική καλοπέραση, αγνοώντας το λίγο, το απέριττο, το ανθρώπινο. Ο Άι -Βασίλης πλέον δίνει δωρεάν data και απεριόριστες κλήσεις και μηνύματα ενώ όλες οι εκπομπές κάνουν κληρώσεις για πολυτελή αυτοκίνητα και μεγάλα χρηματικά ποσά. Ενίοτε και ηλεκτρικές συσκευές. Τα τριήμερα σε σαλέ και resort αψηφώντας τον κορονοϊό έχουν πληρότητα και τα ρεβεγιόν έμειναν στεγνά από μουσική.
Ακόμα και η πανδημία με τις νέες συνθήκες ζωής που έχει επιβάλει μας κάνει να ξεχάσουμε κάποια από αυτά τα παλιά έθιμα που βασική τους προϋπόθεση ήταν η ζωή μαζί με τον άλλον, η συνάντηση και ο κοινός εορτασμός.
Εμείς ας θυμηθούμε τα παλιά κι ας δούμε πως οι Έλληνες έκαναν πρωτοχρονιά χωρίς πολλά στολίδια ή εξεζητημένες γεύσεις.
Τα έθιμα εκείνα λοιπόν έρχονταν να υπενθυμίσουν αλήθειες, να επαναλάβουν τρόπους ζωής και να φέρουν τον άνθρωπο πιο κοντά με τον άλλο.
α. Το δέσιμο της μοίραςΣτην παλιά Αίγινα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς λίγο πριν κοιμηθούν, οι κοπέλες χτενίζονταν και τα αποχτενίδια τους μαζί με ένα χτένι και έναν καθρέφτη τα τοποθετούσαν στο προσκεφάλι τους. Κατόπιν περιζώνονταν με ένα χρυσομάντηλο, τα δύο άκρα του οποίου τα έδεναν στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους με τρεις κόμπους και κατόπιν έλεγαν τα εξής: "Σε δένω μοίρα μου, να ΄ρθης απόψε στον ύπνο μου, να μου ειπείς ποιόν θα πάρω.Κι αν έρθεις, δεν σε λύνω".
β. το στέρνιασμα Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, οι παππούδες, οι γιαγιάδες και οι γονείς στέρνιαζαν τα παιδιά τους, δηλαδή τους έδιναν χρήματα, αντί για καλούδια. Με αυτά τα χρήματα τα παιδιά αν δεν αγόραζαν παιχνίδια, αγόραζαν καρύδια με τα οποία έπαιζαν το παιχνίδι "τα καρύδια", στο οποίο έβαζαν στοιχήματα με τσίγκινα φλουριά για το ποιό παιδί θα έπαιρνε τα περισσότερα καρύδια, χτυπώντας τα.
γ. η μαυρόπετρα Ο νοικοκύρης ή η νοικοκυρά έφερναν από τα χωράφια και τοποθετούσαν έξω από την πόρτα του σπιτιού μια στρογγυλή μαυρόπετρα, σε μέγεθος ανθρώπινου κεφαλιού. Γύρω στα ξημερώματα, ανήμερα της Πρωτοχρονιάς πριν να ξυπνήσουν τα παιδιά και οι παππούδες, η νοικοκυρά λιβάνιζε το σπίτι, τα εικονίσματα και όσους κοιμούνταν. Κατόπιν έπαιρνε τη μαυρόπετρα και την ακουμπούσε λιγάκι πάνω στο κεφάλι τους και έκανε την ακόλουθη ευχή: " Το κεφάλι που ακουμπά η μαυρόπετρα να είναι γερό σαν κι αυτή". Μετά έπαιρνε τη μαυρόπετρα και τη φύλαγε κάτω από ένα κρεβάτι ή μέσα στην παλεθούρα (ντουλάπι στον τοίχο) και τους ξυπνούσε όλους για να πάνε στην εκκλησία.
δ. η κρεμμυδασκέλα Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς οι παλαιοί Αιγινήτες έπαιρναν από τα χωράφια κρεμμύδες, τις οποίες ονόμαζαν ασκέλες. Τις τοποθετούσαν πάνω από το κατώφλι της πόρτας. Είχαν ευεργετικές ενέργειες για το σπιτικό και τους νοικοκυραίους, γιατί όπως πίστευαν, το σπίτι θα ευημερήσει και θα είναι "γεμάτο και ντυμένο σαν την ασκέλα"
Τέλος σαν σήμερα 31 Δεκεμβρίο, παραμονή πρωτοχρονιάς, οι παλαιοί Αιγινήτες εόρταζαν τον ερχομό της Πρωτοχρονιάς με το έθιμο του καλοπόδαρου.
Έτσι ονόμαζαν αυτόν που έμπαινε πρώτος σε ένα σπίτι. Εάν όμως συνέβαινε κάτι κακό σε αυτό το σπίτι κατά τη διάρκεια της χρονιάς, τότε έπρεπε να εξακριβωθεί ποιός ήταν αυτός ο "καλοπόδαρος". Το έθιμο αυτό σχετίζεται με το "ποδαρικό". Όποιος τύχαινε και ερχόταν στο σπίτι, τον έβαζαν και έμπαινε με το δεξί πόδι. Στο Μεσαγρό όσοι επισκέπτονταν φιλικά σπίτια έφερναν μαζί τους και ένα ρόδι. Μόλις πατούσαν το πόδι τους στο κατώφλι του σπιτιού έσπαγαν το ρόδι, ώστε με τον ερχομό του χρόνου να έρθει και η ευτυχία σε αυτό το σπίτι. Βεβαίως για να γίνει η επίσκεψη θα έπρεπε να ειδοποιηθούν οι νοικοκυραίοι από την παραμονή της Πρωτοχρονιάς και αυτό, διότι διάλεγαν ποιός είχε το καλό ποδαρικό.
Ανήμερα την Πρωτοχρονιά οι παλαιοί Αιγινήτες πήγαιναν στην Εκκλησία για να λειτουργηθούν και έπαιρναν μαζί τους ένα ροΐδι (ρόδι). Όταν επέστρεφαν στο σπίτι τους έσπαγαν το ροΐδι μπροστά στην πόρτα του σπιτιού, για να είναι όπως έλεγαν το σπίτι γλυκό και γεμάτο σαν το ρόδι. Επίσης έβαζαν ανήμερα την Πρωτοχρονιά πάνω στην πόρτα κι ένα πέταλο αλόγου, για να πάει καλά ο χρόνος.
Από το βιβλίο "Αιγινητών ήθη και έθιμα" του Ιωάννη Επ. Μάντζαρη