Του κ. Πασχάλη Μελισσάρη.
(Πρωτοχρονιάτικη μοναξιά. .
.)
Άνοιξε
το ντουλαπάκι στο γραφείο του από κάτω,
γονάτισε,
σκάλισε τα ντοσιέ,
διάλεξε
ένα ξεθωριασμένο από το χρόνο
και
το έσυρε απ' τον πάτο.
Ξάπλωσε
αναπαυτικά στην πολυθρόνα του γραφείου του
και
ξεφυλλίζοντάς το,
αναπολούσε
. . . παλιές εικόνες
απ'
το βίο του. . .
Χριστούγεννα
. . . , Πρωτοχρονιές . . . ,
περνάγανε
μπροστά του
και
χίλιες δύο κοπελιές,
άλλες
ψηλές, άλλες κοντές,
άλλες ξανθιές, μελαχρινές,
γαλανομάτες,
καστανές,
άλλες
σεμνές, άλλες τρελές,
βιτσιόζικες
και πονηρές,
του
χαμογέλαγαν γλυκά
αφού
είχανε όλες τους
περάσει
απ' την καρδιά του ! . . .
Κι έμειν' εκεί ρεμβάζοντας
ως
που τον πείρ' ο ύπνος
και
τον εξύπνησε θαρρώ,
του
ρολογιού ο χτύπος.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς
και
είχε μείνει μόνος,
και
συλλοΐστει με καημό...
«πόσο
βαρύς κι αβάσταχτος,
είναι,
κάτι ώρες σαν αυτές,
σαν
προχωρήσει η ζωή,
της
μοναξιάς ο πόνος ! . . .
Πασχάλης Μελισσάρης (23-12-1994)