Τρίτη 3 Αυγούστου 2021

Η Αγία Θεοδώρα η Αιγινήτισσα στο Σφεντούρι.

 






Φωτογραφίες από τον κ. Χρήστο Νεστορίδη
 Στα ψηλά  της Πέρδικας λίγο πριν το Σφεντούρι πανηγύρισε σήμερα 3 Αυγούστου το εκκλησάκι της Αγίας Θεοδώρας. Σε ένα σημείο πραγματικά μαγικό με την απέραντη θέα να απλώνεται κάτω από το καμπαναριό  του.

Η Αγία Θεοδώρα συγκαταλέγεται στους 11 Αγίους  της Αίγινας.


Ας δούμε όμως λίγα σημεία από τη ζωή της Αγίας.



 Η  Οσία  Θεοδώρα γεννήθηκε  στην Παλιαχώρα  της Αίγινας  το 812 μ.Χ. Η  Θεοδώρα  γεννιέται σε μια εποχή δύσκολη όχι μόνο για την Αίγινα αλλά και για όλα τα νησιά και τις θαλασσινές πολιτείες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, διότι  οι Σαρακηνοί πειρατές κάνουν επιδρομές   αφανίζοντας και ρημάζοντας ό,τι βρουν μπροστά τους.

 Η  Θεοδώρα είναι  το τρίτο παιδί του κληρικού Αντωνίου και της Χρυσάνθης. Γρήγορα μένει ορφανή από μητέρα και ο πατέρας της  ο Αντώνιος αναθέτει την ανατροφή και τη μόρφωσή της σε συγγενή του παιδαγωγό. Ο αδελφός της ήταν ιεροδιάκονος και η αδελφή της μοναχή.
Ο  πατέρας  της την παντρεύει  σε μικρή ηλικία – η παράδοση αναφέρει  ότι ήταν  επτά ετών – με ενάρετο και ευσεβή νέο. Άλλη παράδοση αναφέρει πως παντρεύτηκε τον παιδαγωγό της.

 Η  Θεοδώρα μαζί με τον σύζυγό της, τον πατέρα της και άλλους κάτοικους της Παλιαχώρας  φεύγει    από την Αίγινα εξαιτίας των  πειρατικών επιδρομών  και   έρχεται στην Θεσσαλονίκη.
Από τον γάμο της αποκτά   τρία παιδιά  , αλλά έζησε μόνο η Θεοπίστη, η πρωτότοκη, η οποία γεννήθηκε το 829 –830 μ. Χ. Οι  γονείς της την αφιέρωσαν   στον Κύριο  και σε ηλικία  έξι ετών την πήγαν στο μοναστήρι του Αγίου Λουκά.

 Η  Θεοδώρα  χήρευσε σε ηλικία 25 ετών. Αμέσως μοιράζει την περιουσία της σε φτωχούς και  αποφασίζει να μονάσει στην Ιερά Μονή  του Αγίου Στεφάνου Θεσσαλονίκης. Η Θεοδώρα έζησε στο κοινόβιο του πρωτομάρτυρος Στεφάνου πενήντα πέντε χρόνια, από  το 837 ως την ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς , υπομένοντας  με αφάνταστη καρτερία την ζωή της σκληρής ασκήσεως, με υπακοή και ταπείνωση. Ο ενάρετος βίος της υπήρ­ξε υπόδειγμα μοναχικής βιωτής·  θαυμαστή δε ήταν και η καρτερία με την οποία αντιμετώπιζε η Οσία τα πολύ αυστηρά επιτίμια που της έθετε η η­γουμένη Άννα για να την παιδαγωγήσει.
Η Θεοδώρα αρνήθηκε την πρόταση να αναλάβει το πηδάλιο της ηγουμενίας κάποιας άλλης μονής, ενώ όταν το 868 τέθηκε στη μονή του αγίου Στεφάνου ζήτημα διαδοχής της ηγουμένης, εξελέγη η κόρη της Θεοπίστη. Έκτοτε η Ο­σία ενέτεινε ακόμη περισσότερο τον αγώνα της, επιδιδόμε­νη καθημερινά σε έργα ευποιΐας και, παρά τη γεροντική της ηλικία, προσπαθούσε να επικουρεί όσο το δυνατόν περισ­σό­τερο στα διακονήματα της μονής
 Εκοιμήθη σε ηλικία 80 ετών την 29 Αυγούστου του 892. Μετά  την κοίμηση της, από το άγιο λείψανό της και την κανδήλα του τάφου της έρρεε  μύρο. Γι’ αυτό και ονομάσθηκε μυροβλήτις. Όταν της έψαλαν την νεκρώσιμη ακολουθία, το ρυτιδωμένο πρόσωπό της φάνηκε   χαρούμενο και ωραίο, χωρίς ίχνος ρυτίδας και  από το λείψανο της έβγαινε θεία ευωδία.
Υπεράνω του τάφου της  ανεγέρθηκε η Ιερά Μονή της  Οσίας Θεοδώρας.
Η  μνήμη  της  εορτάζεται στις 29 Αυγούστου, αλλά η Εκκλησία  μας  την εορτάζει  στις 3  Αυγούστου λόγω της  εορτής της αποτομής της Τιμίας Κεφαλής του Αγίου Ιωάννου  του Προδρόμου  την  29η Αυγούστου.
            Τα  λείψανά  της φυλάσσονται σε παρεκκλήσι της Αγίας Σοφίας  Θεσσαλονίκης. Τμήμα των αγίων λειψάνων της   βρίσκεται στο ναό των Αιγινητών Αγίων στο Λιβάδι της Αίγινας.
Επίσης ξωκλήσι προς τιμήν της Αγίας βρίσκεται στην είσοδο του χωριού Σφεντούρι στην νότια Αίγινα.
            Πολλά θαυμάσια  συνέβησαν   την ώρα του θανάτου της Αγίας , αλλά και μετά. Την ώρα του θανάτου της ακούγονταν ψαλμωδίες αγγέλων από τον ουρανό και από το σώμα της ανέβλυζε ευωδιαστός ιδρώτας τόσο έντονος, που όλοι δοξολογούσαν τον Θεό. Από την εικόνα της, και ιδιαίτερα από το δεξί της χέρι, έρρεε σε ένα κοίλωμα λάδι. Πολλοί άρρωστοι θεραπεύτηκαν, χωλοί και μουγγοί.
Ύστερα από χρόνια παρουσιάστηκε η μορφή της στην Αγία Θεοπίστη, και όλοι συμπέραναν ότι η ταφή του  λειψάνου της  δεν έγινε κατά την γνώμη της. Παρήγγειλε λοιπόν στις μοναχές να μεταθέσουν το λείψανό της. Αυτές αμέσως υπάκουσαν,  και πριν ακόμα αφαιρέσουν το σκέπαστρο του τάφου, ακούσθηκαν βροντές και αστραπές, ενώ οι  πλάκες του τάφου της μετατοπίστηκαν βίαια , χωρίς να τις αγγίξει κανείς. Ο  τάφος  της γέμισε μύρο,  και η ευωδία   απλώθηκε σε όλη την εκκλησία. Κατόπιν τοποθέτησαν τα λείψανά της  σε κιβώτιο και τα μετέφεραν με πομπή  σε κουβούκλιο της εκκλησίας. Από  τότε η Εκκλησία αυτή πήρε το όνομα της.