Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2015

Η φιλόλογος και ιστορικός Γωγώ Κουλικούρδη θυμάται τα χρόνια της Κατοχής.

[ το  υλικό  αυτό  παραχώρησε  η Γωγώ Κουλικούρδη  σε μια φιλική  κουβέντα  που είχε  με ομάδα παιδιών του 2ου Γυμνασίου Αίγινας που την επισκέφτηκε  στο σπίτι  της  , το Σάββατο    25  Νοεμβρίου  2000].
 
…………Στην  Αίγινα από τα αρχαία χρόνια υπήρχε  η ανάγκη  να φρουρούν πάνω  σε υψώματα  για να βλέπουν εάν έρχεται κάποιο εχθρικό πλοίο κι έτσι να προλαβαίνουν  να κρύβονται  ή να ετοιμάζονται  να  αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
  Στην  Αίγινα υπάρχουν  πολλά τοπωνύμια  όπως ‘Βίγλα’, ‘Βιγλατούρι’, όπου  υπήρχαν σκοπιές  , φρουρές. Υπάρχουν και  βουνά  με αυτό το όνομα.
   Ψηλά  στην πόλη της Αίγινας η περιοχή λέγεται ‘Βάρδια’ που σημαίνει την φρουρά  και ‘Βαρδιάνος’ σημαίνει στα βυζαντινά ο φρουρός.
   Επίσης  στην περιοχή του Αγίου Νικολάου στο Μούλος ή Μώλος ή Μύλος [Καβουρόπετρα]  υπήρχε  αρχαίο παρατηρητήριο, φρούριο.
   Στην  νεώτερη εποχή, κατασκευάστηκαν οχυρά στην Αίγινα  λίγο  πριν  τον πόλεμο. Τα  έφτιαξαν  διότι επρόκειτο να αρχίσει ο πόλεμος  και επειδή απέναντι υπάρχει το λιμάνι του Πειραιά, και έπρεπε να προστατευθεί ο Πειραιάς  και όλος ο Σαρωνικός.
  Με  αυτήν την ευκαιρία φτιάχτηκαν δρόμοι  στην Αίγινα με άσφαλτο, μέχρι τότε ήταν με χώμα, για να πηγαίνουν στα οχυρά. Έτσι φτιάχτηκε ο δρόμος προς την Αφαία  και την Πέρδικα. Οι  δρόμοι  ήταν  μέχρι τότε πολύ άσχημοι και μάλιστα αναφέρεται  ότι  ο  Άγιος Νεκτάριος  έβγαινε  και κοίταζε όταν έφευγαν οι επισκέπτες του  για να δει αν πηγαίνουν καλά. Τόσο άσχημοι   και επικίνδυνοι ήταν οι δρόμοι.
   Έπρεπε λοιπόν  να υπάρχει επαφή  με τα οχυρά  γι’αυτό φτιάχτηκαν αυτοί οι δρόμοι με άσφαλτο……
……Εκεί  που υπάρχει  ο λόφος απέναντι από την Πέρδικα,  υπήρχε η παλιά Εκκλησία του Αη – Σώστη. Οι  Αιγινήτες  και μάλιστα πολλοί Περδικιώτες  πολέμεησαν  κατά του Δράμαλη στα στενά , στα  Δερβενάκια  στο  πλευρό  του Νικηταρά. Σε  ένα από τα δύο στενά  που  οδηγεί προς Κόρινθο υπήρχε μοναστήρι του Αη –Σώστη. Το άλλο στενό ήταν το Αγιονόρι. Έτσι  όταν επέστρεψαν από κει  οι Περδικιώτες  έκτισαν εκκλησσάκι προς τιμήν του Αη –Σώστη  για την μεγάλη τους νίκη κατά του Δράμαλη……..
…….Τον  καιρό  του πολέμου  κάναμε μια ομάδα παιδιών – πριν έρθουν οι Γερμανοί-  και  ετοιμάζαμε θεατρικές παραστάσεις  με μουσική  και χορό, ένα είδος επιθεωρήσεων  της εποχής, προσπαθώντας έτσι  να δώσουμε χαρά  και κουράγιο στους μεγαλύτερους. Ανεβάσαμε δύο έργα, ένα επιθεώρηση και μετά το έργο: ‘Ζει το Μεσολόγγι’. Για σκηνή χρησιμοποιούσαμε  φύλλα  από πόρτες.Τώρα  πως χορεύαμε πάνω εκεί , ούτε που μπορώ να καταλάβω. Θυμάμαι  την Κατερίνα την Θανοπούλου  που έκανε την λύκαινα. Είχε φορέσει  μια γούνα της μαμάς της  και έβριζε  [μέσα στο νούμερο της] το Ρωμύλο και τον Ρώμο  και έλεγε: ‘ εγώ  σας βύζαξα, εγώ σας μεγάλωσα  και εσείς  έρχεστε  τώρα να κτυπήσετε την Ελλάδα;’

    Μάλιστα  είχαμε φτιάξει επιγραφές  με συνθήματα πατριωτικά  με κόκκινα μεγάλα γράμματα και τα είχαμε βάλει  στους δρόμους. Όταν  ακούστηκε  πως  έρχονται οι Γερμανοί, ο αστυνόμος μας παρακίνησε να τα βγάλουμε  και να τα κρύψουμε. Πήγαμε λοιπόν στο Λιβάδι  που είχαμε ένα αμπέλι και τα κρύψαμε σε μια σπηλιά. Χάθηκαν όμως. Τώρα πως χάθηκαν  δεν ξέρω. Πήγε η μητέρα  μου και τα μετακόμισε σε πιο ασφαλές  μέρος δεν ξέρω. Πάντως είναι κρίμα, γιατί ανάμεσα σε αυτά υπήρχαν  και γράμματα  των στρατιωτών που μας  έστελναν. Α  …ξέχασα  να σας πω  , πως μια άλλη ομάδα παιδιών γράφαμε  γράμματα και τα στέλναμε στους Αιγινήτες στρατιώτες που είχαν πάει  στον πόλεμο. Και αυτοί μας απαντούσαν. Υπήρχαν πολλά τέτοια  γράμματα, και είναι κρίμα που χάθηκαν, γιατί ήταν θησαυρός. Μας έγραφαν πως πέρναγαν, τα νέα του πολέμου. Και εμείς προσπαθούσαμε να τους εμψυχώσουμε. Τους στέλναμε πακέτα. Κρίμα…..
……… Ένα  άλλο μεγάλο θέμα  της εποχής  ήταν η πείνα.  Όταν  περπατούσες στο δρόμο έβλεπες  μέσα στα μάτια των ανθρώπων  τον φόβο  του θανάτου, καταλάβαιναν ότι ήταν καταδικασμένοι να πεθάνουν, δεν είχαν να φάνε, πέθαιναν από ασιτία…..Δεν θα ξεχάσω  την έκφραση αυτών που πέθαιναν από πείνα, έβλεπες στα μάτια τους ένα …’γιατί’. Στην  Κυψέλη  πέθανε πολύς κόσμος.
Στην  Αίγινα  ήταν δύσκολα τα πράγματα,  ήμασταν  αποκλεισμένοι γύρω – γύρω.
Πολλοί Αιγινήτες που είχαν καίκια , πήγαιναν στην Κρήτη  και στην Πελοπόννησο  και έφερναν  σιτάρι – λάδι – όσπρια. Αυτοί – οι περισσότεροι – ήταν μαυραγορίτες. Άλλοι δεν ήταν, πούλαγαν κανονικά. Όμως έτσι σώθηκε πολύς κόσμος από την πείνα. Μερικοί έχασαν τα καίκια  τους, τα τορπίλισαν οι Γερμανοί. Γιατί όμως; Υποψιάζομαι  πως μετέφεραν  φυγάδες  ή  αντιστασιακούς……
………Περισσότερα  στοιχεία  για την εποχή εκείνη  θα γνωρίζει η Δέσποινα η Φορτούνα η Μπράουν  η οποία ήταν διερμηνέας  των Γερμανών και μένει από κει στον Φάρο. Το  ξενοδοχείο  του Μπράουν ήταν  διοικητήριο των Γερμανών , ενώ το Κυβερνείο  ήταν στρατώνας………
………Οι  Γερμανοί  φέρθηκαν  καλά, δεν έκαναν πολλά. Οι  φρούραρχοι   δεν  ήταν  των Ες –Ες, δεν ήταν τόσο φανατικοί……
………Κάποτε  κάτι έγινε, μάλλον κάτι έκλεψαν από τα οχυρά. Τότε ακούστηκε ότι οι Γερμανοί σφάζουν. Έτρεχαν  λοιπόν οι Αιγινήτες να κρυφτούν, άλλοι έφευγαν, μερικοί πήγαν στις Λαούσες και έμειναν εκεί μερόνυχτα, χωρίς φαί και νερό. Οι  Γερμανοί βλέποντας τους Αιγινήτες να τρέχουν, άρχισαν να  τρέχουν κι αυτοί, γιατί  νόμιζαν ότι   έγινε απόβαση  των  Άγγλων……Εμείς  κρυφτήκαμε  στο επάνω σπίτι, όπως μας είπε ο πατέρας  μας………
………Βομβαρδισμοί   δεν έγιναν  στο νησί. Μόνο όταν  φόρτωναν  οι Γερμανοί τα πράγματα τους στο λιμάνι, όταν έφευγαν πιά, τότε τους  είδαν από αεροπλάνο οι Άγγλοι και  τους βομβάρδισαν. Έπεσαν τρεις  οβίδες  να πέφτουν. Η  μία  έπεσε  στο Λιβάδι, η άλλη κοντά στο εκκλησάκι του Αη – Νικόλα. Ευτυχώς δεν πληγώθηκε  κανείς. Στον  Πειραιά  βέβαια  έγινε μεγάλο κακό, θυμάμαι  βομβάρδισαν την Αγία Τριάδα, το σχολείο των καλογραιών. Η  μάνα μου που ήταν στον Πειραιά , αναγκάστηκε μαζί με άλλους να έρθουν με τα πόδια  στην Αθήνα………
  ………Βέβαια  κατά  την διάρκεια του πολέμου  κτύπησαν  και το ΥΔΡΑ, το Υδράκι  το  πολεμικό  στην Λαούσα. Όταν  έγινε η επίθεση ήταν κάτι το φοβερό, να βλέπεις ανθρώπους κτυπημένους, κομματιασμένους από τις οβίδες……. Αυτούς  τους έφεραν  στο Νοσοκομείο που ήταν  στο σημερινό ξενοδοχείο το ‘Μιράντα’. Εκεί  νοσοκόμες ήταν πολλές  Αιγινήτισσες κοπέλες, ανάμεσα  τους και η Λιλή Μαίλη, η οποία  γνωρίζει πολλά  για την εποχή εκείνη. Στο  τέλος  όταν  ήταν να φύγουν οι τραυματίες  τους  κάναμε μια εκδήλωση  με το Σύλλογο  που είχαμε  με τα παιδιά. Τους κάναμε τραπέζι, βράσαμε ψάρι, τους προσφέραμε λουλούδια, τους τραγουδήσαμε  τραγούδια  στα οποία είχαμε αλλάξει  τα λόγια. Κάναμε  μεταποίηση. Και όλα αυτά  πριν  έρθουν οι Γερμανοί………
………Ξέχασα  βέβαια  να σας πω , πως εκείνη την εποχή ήταν εδώ ο Καζαντζάκης, μιλάμε  για το 1941. Δούλευε  στο σπίτι του. Διάβαζε πολύ. Σηκωνόταν από το πρωί  και διάβαζε  λαογραφία. Έκανε  τότε μαζί με τον Κακριδή  την μετάφραση  του Ομήρου, ήταν και ο Κακριδής εδώ. Διάβαζε λοιπόν πολύ λαογραφία  και ποίηση  και σημείωνε λέξεις για την μετάφραση , επειδή  ήθελε να   είναι  ποιητικός ο λόγος. Εγώ  πήγαινα  σχεδόν κάθε  ημέρα εκεί. Ήταν  φοβερός στη δουλειά  του. Υπήρχε  πνευματική κίνηση  εκείνα  τα χρόνια στην Αίγινα………
………Υπήρχε  όμως  και Αντίσταση. Υπήρχε  το Ε.Α.Μ. στην Αίγινα, ήταν κάποιος Λαζάρου, δεν γνωρίζω όμως αν ζει ή αν πέθανε. Οι  Εαμίτες  συναντιόντουσαν στο Λιβάδι, αλλά  εκεί ήταν το σπίτι του Καζαντζάκη….
………Μια  μέρα  όμως  δόθηκε  διαταγή από την Αθήνα  να συλλάβουν 5 – 10  Αιγινήτες  και να τους κρατήσουν για ομήρους. Ο  φρούραρχος  της Αίγινας όμως ήταν αντιχιτλερικός. Ρώτησε  λοιπόν, ποιοι  είναι  οι πιο  χειρότεροι  για  να γράψει 5 – 6 ονόματα. Ανάμεσα  σε αυτούς  έπιασε και τον Καζαντζάκη  και κάποιους  άλλους. Έτσι έπιασαν  κι εμάς. Ήρθαν  στο σπίτι  μας το έψαξαν, μας   αναστάτωσαν   και στο τέλος  βρήκαν κάτι κροτίδες από αυτές που ρίχνουμε το Πάσχα. Μάλιστα ο πατέρας μου, τους άναψε μία.
   Ο   Βέλτερ, που έχει γράψει  το βιβλίο για την Αίγινα , είπε  στον Φρούραρχο: ‘Αυτούς  πιάσατε, αυτοί δεν είναι κομμουνιστές, είναι εθνικοσοσιαλιστές. Εθνικοσοσιαλιστές δεν  ήμαστε  και εμείς;’
  Και  έτσι άφησαν τον Καζαντζάκη  που τον τραβολογούσαν  άδικα……
………Βέβαια πολέμησαν και Αιγινήτες. Υπήρχε κάποιος, ο πατέρας της  Άννας  της Αλυφαντή. Αυτός  έλεγε ότι πολέμησε, αλλά  δεν τον πολυπίστευαν  γιατί  του άρεσε και λίγο το κρασί. Κάποτε πριν πεθάνει  τον ρώτησα : ‘για πες  μου τι έγινε με τον  ‘Ανδρία’;’  Ο  ‘Ανδρίας’  ήταν  το πολεμικό εκείνο  καράβι  που  το βομβάρδισαν οι Γερμανοί και του έκοψαν την πλώρη, αλλά  το  πλήρωμα  του  κατόρθωσε  να το οδηγήσει  μέχρι  την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Έλεγε  λοιπόν  πως  ήταν μέσα σε αυτό το  καράβι………
  Όμως   σας  ζάλισα  με την  φλυαρία  μου, ξέρετε  εμείς  οι γριές  είμαστε  φλύαρες, ή  μήπως  είμαστε  συνομήλικοι, έτσι νομίζουμε  όταν μιλάμε  με  δεκαπεντάχρονα παιδιά………

   Οι σπάνιες φωτογραφίες προέρχονται από το αρχείο του Αργύρη Φορτούνα και δημοσιεύονται στο βιβλίο του: "ΑΙΓΙΝΑ στα χρόνια  της Γερμανικής Κατοχής".