Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Βεβηλώνοντας το σπίτι του Ροδάκη.

Συντάκτης: 
Τάσης Παπαϊωάννου*
Αναδημοσίευση απο την Εφημερίδα των Συντακτών http://www.efsyn.gr

Η ιστορία του σπιτιού του Ροδάκη στην Αίγινα μοιάζει τελικά με μυθιστόρημα. Χτίστηκε από τον ίδιο το 1884 σε μια όμορφη πλαγιά του Μεσαγρού. Ο πρώτος που το πρόσεξε ήταν ο σπουδαίος Γερμανός αρχαιολόγος Adolf Furtwangler, ανασκαφέας του ναού της Αφαίας.
Μετά, ο Δημήτρης Πικιώνης το μελέτησε και το αποτύπωσε, ενώ αργότερα οι δύο φίλοι, Τζούλιο Καΐμη και Klaus Vrieslander, το έκαναν ευρύτερα γνωστό με την έκδοση του βιβλίου τους το 1934. Ενα σπίτι που έκτοτε ύμνησαν ποιητές, αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες.
Γιατί δεν είναι μόνο ο τρόπος που είναι σοφά χτισμένο, η αρμονική σχέση του με το φυσικό τοπίο ή τα μοναδικά γλυπτά που το συντρόφευαν, αλλά αυτό το βαθύτερο και ουσιώδες που εκφράζει και συμβολίζει. Ενα σπουδαίο δίδαγμα για κάθε αρχιτέκτονα, ιδίως στις μέρες μας.
Από τότε μέχρι και σήμερα, η μοίρα αυτού του υπέροχου παραδοσιακού κτίσματος έμελλε να ακολουθεί την ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Πάνω στις πέτρες που με τόση φροντίδα και αγάπη σμίλευε και άρμοζε ο Ροδάκης, σήμερα θαρρείς πως αποτυπώνονται όλα τα δεινά που μας στοιχειώνουν ως κοινωνία.
Η αδιαφορία, η εγκατάλειψη, η ασύγγνωστη άγνοιά μας. Τι κι αν κρίθηκε διατηρητέο, τι κι αν κάποιοι Αιγινήτες χρόνια τώρα εκλιπαρούν για τη σωτηρία του. Ακολουθεί κι αυτό το τραγικό τέλος που επιφυλάξαμε σε τόσα άλλα μνημεία στον τόπο μας.
Δεκαετίες τώρα ρήμαζε, παρατημένο και απροστάτευτο στα στοιχειά της φύσης, όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο Σεφέρης, ήδη από το 1956. Η ίδια η Φύση το διεκδικούσε πάλι πίσω, μιας και εμείς σταθήκαμε ανίκανοι να το διαφυλάξουμε και να το αναδείξουμε, ως είχαμε ιερή υποχρέωση.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, πριν λίγους μήνες φτάσαμε στη βεβήλωση και στον εκχυδαϊσμό. Ρίξαμε πάνω του, στα μουλωχτά, νύχτα, σαν σε αυθαίρετο, μια άθλια μπετονένια πλάκα με απερίγραπτα «skylights», σαν την οριστική του ταφόπλακα! Και λέω «ρίξαμε», γιατί όλοι μας είμαστε κατά κάποιο τρόπο συνυπεύθυνοι στο έγκλημα.
Βλέπετε, πρώτα αφαιρέθηκαν οι δύο σκυθρωποί μυστακοφόροι, οι φύλακες άγγελοι του σπιτιού στα δύο ακροδώματα που με βλέμμα αυστηρό, χρόνια τώρα, επόπτευαν την περιοχή και έτσι βρήκαν την ευκαιρία οι αδίστακτοι «συντηρητές» του, ανενόχλητοι πια να το κακοποιήσουν.
Μια καταστροφή ασυγχώρητη που φανερώνει όχι μόνον πλήρη άγνοια, αλλά και υπέρμετρη αλαζονεία και κομπασμό. Μια αλαζονεία χαρακτηριστική της εποχής μας, όπου νομίζουμε πως τάχατες έχουμε το δικαίωμα να μεταχειριζόμαστε κατά το δοκούν ό,τι μας έχει παραδοθεί από τις προηγούμενες γενιές. Τι κομπορρημοσύνη πρέπει να 'χει κάποιος ώστε να βανδαλίζει μ' αυτόν τον χοντροκομμένο τρόπο αυτό το μοναδικό αρχιτεκτόνημα, σαν να πρόκειται για ένα οποιοδήποτε αυθαίρετο.
Σεβασμός της παράδοσης, της ενεργού παράδοσης, προϋποθέτει πριν απ' όλα κατανόηση και γνώση. Επίγνωση, μ' άλλα λόγια, της ανεκτίμητης αξίας αυτού που μας έχει παραδοθεί. Και η αξία αυτή -ευτυχώς- δεν αποτιμάται σε χρήμα, σε κάτι υλικό και εφήμερο, αλλά τουναντίον σε κάτι άυλο και πιθανόν αιώνιο.
Γιατί όπως αναφέρει ο Μπόρχες: «...είμαστε φτιαγμένοι για την τέχνη, είμαστε φτιαγμένοι για τη μνήμη, για την ποίηση, αλλά μπορεί και να 'μαστε φτιαγμένοι για τη λήθη. Κι ωστόσο, κάτι μένει πάντα, κι αυτό το κάτι είναι η Ιστορία ή η Ποίηση, που δεν διαφέρουν βασικά».
Τι να την κάνουμε τη διατήρηση ενός παραδοσιακού κτίσματος αν δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τους λόγους για τους οποίους είναι επιβεβλημένη η διατήρηση αυτή; Πώς να εξηγήσει το ταπεινό και σπουδαίο κτίσμα του Μεσαγρού, σε ανίδεους και ανιστόρητους, ότι αυτό που στοχαστικά μας σιγοψιθυρίζει, σαν απόηχο μιας άλλης Ελλάδας, είναι κυρίως το μέτρο;
Αυτή την έννοια που γεννήθηκε σε τούτο τον τόπο πριν από χιλιετίες και φτεροκοπά ακόμη ανάμεσα σε βράχια, λιόδεντρα και σκληροτράχηλους θάμνους. Το μέτρο που το χάσαμε σε κάθε έκφανση της σύγχρονης ζωής μας.
Τα υπέροχα ανθρωπογενή τοπία που μας κληροδοτήθηκαν είμαστε ανίκανοι, κατά πώς φαίνεται, να τα προστατεύσουμε. Η θεώρηση πλέον του τόπου ως εικόνας προς κατανάλωση έχει προ πολλού κατισχύσει.
Συζητάμε ολημερίς για το οικονομικό χρέος, αλλά φαίνεται πως έχουμε λησμονήσει για τα καλά ένα άλλο ΧΡΕΟΣ, πιο σημαντικό, πιο ουσιώδες και πιο καίριο. Το χρέος μας απέναντι στην ιστορική μνήμη τούτης της χώρας ή ό,τι έχει απομείνει απ' αυτήν. Ολα πια μετριούνται με τη χρηματική τους αξία.
Εκποιήσαμε και συνεχίζουμε να εκποιούμε ανερυθρίαστα ό,τι πιο σημαντικό είχαμε, αυτό που ως κόρη οφθαλμού έπρεπε πάση θυσία να διαφυλάξουμε. Τον πολιτισμό μας!
Απολέσαμε την αυτογνωσία μας. Αλήθεια την είχαμε ποτέ; Είμαστε κάτι άλλο, ρευστό, απροσδιόριστο, χωρίς ραχοκοκαλιά. Κάποιος φαίνεται μας την τσάκισε για τα καλά στο παρελθόν. Κι από κοντά και η αρχιτεκτονική μας. Τι να μας πει το ερείπιο του Ροδάκη στην Αίγινα;
Τι να διηγηθούν τα απομεινάρια των πέτρινων προαιώνιων τοίχων σε ώτα μη ακουόντων; Εμείς συνεχίζουμε να χτίζουμε φτηνές απομιμήσεις ξένων προτύπων. Μια αρχιτεκτονική α-σχημη και ασπόνδυλη. Μια φούσκα, ένα Τίποτα!
*Αρχιτέκτων-Καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ