Μια σπάνια αναφορά στο Μάη της Αίγινας ή στην Αίγινα του Μάη από μια γυναίκα σύμβολο. Τη Βιρτζίνια Γούλφ.
«Πήγαμε στην Αίγινα στις 6 Μαΐου: ο ήλιος και το γαλάζιο
διώχνουνε σιγά σιγά την ομίχλη, βρήκαμε με τον Λέναρντ έναν έρημο όρμο που τον
έγλειφε το νερό, αχνό και διάφανο – όχι, όχι αχνό – αλλά διάφανο σαν υγρό ζελέ,
που απλώνεται και τρέμει πάνω σε πέτρες κι αχιβάδες κι ανεμώνες. Ο Λέναρντ
έτρεξε παραπατώντας στις πέτρες και βούτηξε, εγώ πλατσούριζα. Τα γυμνά μου
πόδια καίγανε στην άμμο. Τ’ άφησα να καούνε λίγο κι έτσι στεγνώσανε. Αυτή η
θάλασσα ήταν παρθένα. Από το Ναό το νησί έμοιαζε με νησί της νότιας θάλασσας,
όπου γυμνοί ιθαγενείς μαζεύονται να δουν τα πλοία που φτάνουν. Η Μάρζτερυ – που
η ανθρωπιά της όλο και μεγαλώνει, ή ίσως βρίσκει ευκαιρία να εκφραστεί –
λυπήθηκε που μας φέρανε τόσα γαϊδούρια και πήραμε μόνο δύο. Και τα κορίτσια
πιάνανε τα χέρια μου και λέγανε συνέχεια, Καβάλα, καβάλα, πολλή ζέστη, πολλή
ανηφόρα. Κάναμε λοιπόν πως τουρτουρίζαμε – είπαμε ότι καβάλα θα κάνει πολύ
κρύο. Και τα παιδάκια κρατούσαν κρίνους και κίτρινα αγριολούλουδα».
Αίγινα 1932. Μια μεγάλη επισκέπτρια πατά την
Αιγινήτικη γη και αιχμαλωτίζεται από την καθάρια ομορφιά του τοπίου, την
αγνότητα των ανθρώπων, τη φύση και την αστραφτερή θάλασσα. Κρατά σημειώσεις,
όπως και από τις υπόλοιπες περιπλανήσεις της σε πολλά σημεία, αξιοθέατα,
αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας. Η Βιρτζίνια Γουλφ μια γυναίκα θρύλος, μια
εμβληματική συγγραφέας, καταγράφει στο σημειωματάριό της με ενάργεια, τα
χρώματα της Αίγινας, που εμείς μόνο μέσα από παλιές ξεθωριασμένες ασπρόμαυρες
σπάνιες φωτογραφίες μπορούμε να δούμε.
« Ω η
βροχή, η βροχή! Αυτό την άλλη μέρα στην Αίγινα. Αυτό το όμορφο μαλακό νησί, με
το ηλιοψημένο μονοπάτι, τη θάλασσα, την ακρογιαλιά, τα μικρά ροζ και κίτρινα
σπίτια, το θυμάρι, την απότομη λοφοπλαγιά, το Ναό, σκελετώδη, κυρίαρχο, τους
κόλπους ξέχειλους από θάλασσα – όλα αυτά δεν ήταν παρά ψύχρα, ομίχλη, βροχή,
Αμερικάνοι μαζεμένοι γύρω από έναν κοκαλιάρη καθηγητή και μεις ζαρωμένοι κάτω
από ένα πεύκο που άφηνε τη βροχή να περνάει. Αλλά ακόμη κι έτσι, ο Ρότζερ έλεγε
«Σπουδαίο, σπουδαίο», ένας ναός από ψαμμόλιθο, καλύτερος από το Σούνιο.
Καταπληκτικό το τι μπορεί να κάνει μια μεγαλοφυΐα σε έναν τόσο μικρό χώρο –
ιδού οι τέλειες αναλογίες – και η βροχή μας ανάγκασε να κατηφορίσουμε όσο πιο
γρήγορα γινόταν για το πλοίο μας. Είχανε πιάσει κόκκινα ψάρια και χταπόδια.
Πως; Λοιπόν, ρίχνουνε κρεμμύδια, ψωμί και τα λοιπά στο βυθό και τα ψάρια
μαζεύονται, ύστερα ρίχνουνε δυναμίτη και μπαμ! – γίνεται μια έκρηξη, τα ψάρια
ανεβαίνουνε στην επιφάνεια ψόφια, και τα καμακώνουνε. Αυτό απαγορεύεται. Αλλά δεν σε βλέπει κανείς εδώ γύρω. Αυτά μας τα
είπε ο θερμαστής με το όμορφο ελληνικό χαμόγελο – το χαμόγελο που έχουν οι
μουλαράδες και οι ταξιτζήδες. Διότι ο Ρότζερ και η Μάρτζερυ πηγαίνανε καβάλα
και προσφέρανε ένα λίαν παράδοξο θέαμα, καθώς ταρακουνιόντουσαν ανηφορίζοντας
το λόφο…. Οι άνθρωποι είναι απελπιστικά φτωχοί κι έρχονται και προσφέρουν
λουλούδια, και παίρνουν υπολείμματα του φαγητού».
« Ποτέ δεν είδα τόσα πολλά λουλούδια - στην
Αίγινα χτες ολόκληρο το βουνό ήτανε κόκκινο από τα ηλιάνθεμα και τις παπαρούνες
– έκοψα μία, αλλά τα πέταλα της είναι σχεδόν μαραμένα. Η θάλασσα μπαίνει παντού
– φτάνεις στην κορφή ενός βουνού και να αποκάτω η θάλασσα. Και πέρα μακριά
βουνά χιονισμένα, και μικροί κόλποι όπως όταν η Εύα – όχι η Περσεφόνη –
λουζόταν στα νερά τους. Ούτε ένα καλύβι, ούτε ένα χαμόσπιτο, ούτε ένα καφενείο.
Κρυστάλλινη θάλασσα και πεντακάθαρη άμμος είναι σχεδόν το ομορφότερο πράγμα
στον κόσμο – εσύ ξέρεις πόσες φορές το χω πει αυτό – πρόσθεσε και γριές με τα
κοφίνια τους…. Αλλά δεν θα ξοδευτώ σε λέξεις. Πρέπει να ‘ρθουμε εδώ του χρόνου
οπωσδήποτε…»
Ταξιδιωτικές εντυπώσεις πριν από 84 χρόνια.
Διαβάζοντας το ημερολόγιο που κράτησε
και τα γράμματα που έγραψε από την Ελλάδα η Βιρτζίνια Γουλφ, την άνοιξη του
1932, έχεις την εντύπωση πως αυτό που περιγράφεται δεν είναι η Ελλάδα, είναι
μια άλλη χώρα.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις
«Ύψιλον» σε μετάφραση Μαρίας Τσάτσου. Ευχαριστούμε την κ. Μαίρη Γαλάνη Κρητικού
που μας το συνέστησε. Οποιαδήποτε απόπειρα σχολιασμού του κειμένου της Β. Γούλφ
από μέρους μας θα συνιστούσε ασέβεια.
Γ. Μπήτρου, «Νέα Εποχή», τεύχος
106.