"Όταν σε θυμάται ο Θεός….."
π.Λίβυος
Ψυχοσάββατο και η εκκλησία προσεύχεται για τις ψυχές των ανθρώπων που έχουν φύγει από την παρούσα φάση ζωής. Έχουν φύγει στην απέναντι όχθη. Δεν έχουν πάει σε μια άλλη ζωή. Η ζωή είναι μια. Μια φορά, άπαξ ερχόμαστε «εκ του μη είναι εις το είναι». Αυτή όμως η ζωή θέλησε ο Θεός να μην γνωρίζει τέλος. Η αιωνιότητα και αθανασία στον άνθρωπο είναι δώρο Θεού και όχι φυσική ιδιότητα. Ο άνθρωπος ως κτίσμα είναι φθαρτός και θνητός. Ο Θεός όμως θέλησε να γίνει αιώνιος. Κι αυτό το σχέδιο Του, ολοκληρώθηκε με την Ανάσταση του Χριστού. Πλέον μένει η τελευταία πράξη, κατά την οποία θα αναστηθούν τα σώματα μας, θα ενωθούν με τις ψυχές μας και θα ζήσουμε αιώνια στην δόξα της Βασιλείας του Θεού.
Γι’ αυτό προσεύχεται η εκκλησία την ημέρα των «ψυχών», τα Ψυχοσάββατα, για να γίνει αιωνία η μνήμη μας. Δεκάδες φορές θα ακούσουμε στην νεκρώσιμη παννυχίδα και στο τρισάγιο την φράση «αιωνία η μνήμη αυτών». Τι σημαίνει άραγε; Μήπως απλά να μας θυμούνται οι άνθρωποι; Φτάνει μια βιολογική μνήμη για να είμαστε αιώνιοι; Μήπως να μας κουβαλάνε στην καρδιά τους; Αρκεί μιας συναισθηματική θύμηση ώστε να μην πεθάνουμε ποτέ; Ή μήπως να υπάρχουμε μέσα από τα έργα μας, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες ; Όλες αυτές οι μορφές μνήμης έχουμε μέσα τους τον θάνατο. Το να με θυμούνται οι άνθρωποι δεν με κάνει αθάνατο, αλλά με βυθίζει στην θνητότητα. Κάθε ανθρώπινη μνήμη και συναίσθημα, κάθε ανθρώπινη ιστορία, καταλήγει στο θάνατο.
Οπότε το ερώτημα παραμένει, γιατί η εκκλησία επικαλείται την αιωνιότητα ως μνήμη; Γιατί επαναλαμβάνει μονότονα «αιωνία η μνήμη αυτών»; Διότι όταν η εκκλησία όταν αναφέρεται στην μνήμη δεν μιλάει για εικόνες του παρελθόντος αλλά για την αλήθεια του μέλλοντος. Μνήμη στην θεολογία της εκκλησίας δεν είναι η ανάσταση του χθες αλλά η πραγματικότητα του αύριο. Γι’ αυτό κι ακούμε διαρκώς ως αέναη προσευχή στο κατ’ εξοχήν Μυστήριο της Εκκλησίας, την Θεία Ευχαριστία, «Πάντων ημών μνησθήει Κύριος ο Θεός εν τη Βασιλεία Αυτού πάντοτε, νυν κι αεί και εις τους αιώνας. Αμήν». Ζητάμε να μας θυμηθεί όλους ο Θεός. Διότι μονάχα ότι θυμάται ο Θεός έχει ζωή αιώνιο. Η μνήμη του Θεού είναι αιωνιότητα. Ο Θεός μας κάλεσε στην ζωή. Μας έφερε από το μηδέν στην ύπαρξη. Υπάρχουμε μέσα Του, είμαστε στην μνήμη Του, με το όνομα και το πρόσωπο μας. Η μνήμη του Θεού δεν είναι όπως η ανθρώπινη, ηθική(κριτήρια καλού και κακού), συναισθηματική(αγάπη ή μίσος), κοινωνική(επιφανής ή άσημος), αλλά οντολογική.
Όταν λέμε ότι ο Θεός μας θυμάται και υπάρχουμε στην μνήμη του σημαίνει ότι ζούμε αιώνια. Αναφέρει ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης, «όταν προσευχόμαστε στην Εκκλησία να είναι «αιωνία η μνήμη» κάποιου, δεν εννοούμε να επιβιώσει το πρόσωπο αυτό στην δική μας ανθρώπινη μνήμη, γιατί αυτό θα είχε μικρή σημασία, αφού η ανθρώπινη μνήμη, ως κτιστή, παρέρχεται. Εννοούμε την επιβίωση του προσώπου αυτού στην μνήμη του Θεού. Μόνο ότι και όποιος υπάρχει στην σκέψη του Θεού, υπάρχει όντως…».
Γι’ αυτό ας μην σταματάμε να προσευχόμαστε για τους ανθρώπους που έφυγαν από την παρούσα φάση ζωής και να ζητάμε να μείνουν στην μνήμη του Θεού. Η προσευχή για τους κεκοιμημένους δεν βοηθάει μονάχα εκείνους, αλλά κι εμάς που προσευχόμαστε. Μαλακώνει την καρδιά μας, την γεμίζει συμπόνοια και έλεος, την ανοίγει στην χάρι του Αγίου Πνεύματος. Έλεγε ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, «όταν σταμάτησα να κλαίω για τους νεκρούς, έχασα αυτόματα τα δάκρυα μου για τον εαυτό μου» και συνεχίζει «θα ήθελα, αν μπορούσα, να βγάλω από το Άδη όλους όσοι βρίσκονται εκεί και τότε μόνο θα εύρισκε η ψυχή μου ανάπαυση και αγαλλίαση». Ιδιαιτέρως η προσευχή για τους κεκοιμημένους ανθρώπους μας, πρέπει να γίνεται μέσα στην Θεία Ευχαριστία, εκεί που κάθε μνημονευμένη μερίδα, εικονίζοντας την κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη υπόσταση, ενώνεται με τον Αίμα, την θυσία και την Ανάσταση του Χριστού μας, «Κύριε, θυμήσου μας στην Βασιλεία Σου».