Από την κ. Αννίτα Λεούση - Χαρτοφύλακα
Η προσφορά
του Ιδρύματος Λασκαρίδη
στις αποκαταστάσεις φάρων
του Ελλαδικού χώρου
Αναπαλαίωση Φάρου Ντάνα
Κατά τη
διάρκεια των τελευταίων έξι μηνών, το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη ολοκλήρωσε
την πλήρη και εκ βάθρων αποκατάσταση του ιστορικού πετρόκτιστου φάρου Ντάνα στον Πόρο.
Το έργο αυτό έρχεται σε συνέχεια της αποκατάστασης δύο άλλων ιστορικών φάρων της πατρίδας μας, του φάρου του ακρωτηρίου Ταίναρο και του φάρου του ακρωτηρίου Μαλέας, που ολοκληρώθηκαν το 2008 και 2009 αντίστοιχα.
Με αυτό το πρόγραμμα αποκαθίστανται πλήρως πολύτιμα ιστορικά μνημεία της πολιτιστικής ναυτικής μας κληρονομιάς και αποδίδονται στο Πολεμικό μας Ναυτικό σε άριστη κατάσταση.
Η προσπάθεια αυτή συνδυάζεται και με τον χαρακτηρισμό των φάρων αυτών, που είναι ούτως ή άλλως διατηρητέα κτίρια και σαν μνημείων ιδιαίτερης πολιτιστικής σημασίας, με τη βοήθεια του Υπουργείου Πολιτισμού, της Υπηρεσίας Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού και του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Ο πετρόκτιστος φάρος της Ντάνας, που δεσπόζει στην είσοδο του κόλπου του Πόρου, βρισκόταν σε πάρα πολύ άσχημη κατάσταση, με μεγάλες ζημίες, παλαιότερες επεμβάσεις και βανδαλισμούς και έτσι η πλήρης αποκατάστασή του χρειάστηκε μεγάλο κόπο, μεράκι και έξοδα.
Το αποτέλεσμα όμως είναι εντυπωσιακό και ο ανακαινισμένος φάρος είναι σήμερα ένα στολίδι για την περιοχή του Πόρου και μια υπενθύμιση για την αξία αυτών των σπουδαίων πολιτιστικών μνημείων της ναυτικής μας κληρονομιάς.
Το κτίριο του φάρου και οι ενδιαιτήσεις του αποκαταστάθηκαν πλήρως και έτσι θα εξυπηρετούν τόσο τους φαροφύλακες που θα τοποθετηθούν εκεί, όσο και τους πολυάριθμους επισκέπτες του.
Το κτίριο εξοπλίστηκε με φωτοβολταϊκά συστήματα για την πλήρη ενεργειακή του επάρκεια (που όμως δεν επηρεάζουν καθόλου την αισθητική της περιοχής ή του κτιρίου).
Όλες οι εργασίες εκτελέστηκαν από ειδικευμένα συνεργεία που έχουν αποκαταστήσει τους φάρους του Ταινάρου και του Μαλέα, με την επίβλεψη του αρχιτέκτονα κ. Δημ. Ευταξιόπουλου, με την πολύτιμη συμβολή της τοπικής κοινωνίας του Πόρου και της Υπηρεσίας Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού.
Το έργο αυτό έρχεται σε συνέχεια της αποκατάστασης δύο άλλων ιστορικών φάρων της πατρίδας μας, του φάρου του ακρωτηρίου Ταίναρο και του φάρου του ακρωτηρίου Μαλέας, που ολοκληρώθηκαν το 2008 και 2009 αντίστοιχα.
Με αυτό το πρόγραμμα αποκαθίστανται πλήρως πολύτιμα ιστορικά μνημεία της πολιτιστικής ναυτικής μας κληρονομιάς και αποδίδονται στο Πολεμικό μας Ναυτικό σε άριστη κατάσταση.
Η προσπάθεια αυτή συνδυάζεται και με τον χαρακτηρισμό των φάρων αυτών, που είναι ούτως ή άλλως διατηρητέα κτίρια και σαν μνημείων ιδιαίτερης πολιτιστικής σημασίας, με τη βοήθεια του Υπουργείου Πολιτισμού, της Υπηρεσίας Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού και του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη.
Ο πετρόκτιστος φάρος της Ντάνας, που δεσπόζει στην είσοδο του κόλπου του Πόρου, βρισκόταν σε πάρα πολύ άσχημη κατάσταση, με μεγάλες ζημίες, παλαιότερες επεμβάσεις και βανδαλισμούς και έτσι η πλήρης αποκατάστασή του χρειάστηκε μεγάλο κόπο, μεράκι και έξοδα.
Το αποτέλεσμα όμως είναι εντυπωσιακό και ο ανακαινισμένος φάρος είναι σήμερα ένα στολίδι για την περιοχή του Πόρου και μια υπενθύμιση για την αξία αυτών των σπουδαίων πολιτιστικών μνημείων της ναυτικής μας κληρονομιάς.
Το κτίριο του φάρου και οι ενδιαιτήσεις του αποκαταστάθηκαν πλήρως και έτσι θα εξυπηρετούν τόσο τους φαροφύλακες που θα τοποθετηθούν εκεί, όσο και τους πολυάριθμους επισκέπτες του.
Το κτίριο εξοπλίστηκε με φωτοβολταϊκά συστήματα για την πλήρη ενεργειακή του επάρκεια (που όμως δεν επηρεάζουν καθόλου την αισθητική της περιοχής ή του κτιρίου).
Όλες οι εργασίες εκτελέστηκαν από ειδικευμένα συνεργεία που έχουν αποκαταστήσει τους φάρους του Ταινάρου και του Μαλέα, με την επίβλεψη του αρχιτέκτονα κ. Δημ. Ευταξιόπουλου, με την πολύτιμη συμβολή της τοπικής κοινωνίας του Πόρου και της Υπηρεσίας Φάρων του Πολεμικού Ναυτικού.
Επομένως θα
μπορούσε η δημοτική
αρχή να ζητήσει
τη βοήθεια του
Ιδρύματος Λασκαρίδη για
την ανακαίνιση του
«Μπούζα».
Το
2008 το Διοικητικό Συμβούλιο του
Ιδρύματος αποφάσισε την πλήρη ανακαίνιση και αποκατάσταση του
Φάρου του Ακρωτηρίου Ταινάρου. Επρόκειτο για το πρώτο βήμα ενός
ευρύτερου σχεδίου για την ανάδειξη των πέτρινων φάρων της
Ελλάδας. Η αποκατάσταση και η επαναφορά ενός σπουδαίου μνημείου
της ευρύτερης πολιτισμικής μας παράδοσης είναι έργο που αποτελεί σταθμό στη
συμβολή του Ιδρύματος στον Πολιτισμό και στη Ναυτιλία.
Το 2008 το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη αποφάσισε τη χρηματοδότηση της νέας αποκατάστασης. Μετά από συνεννοήσεις με τα Υπουργεία Εμπορικής Ναυτιλίας και Εθνικής Άμυνας, το Πολεμικό Ναυτικό και την Υπηρεσία Φάρων, συζητήθηκαν οι λεπτομέρειες, ο τρόπος επισκευής και χρηματοδότησης, η επιλογή του αρχιτέκτονα και των συνεργείων και καθορίστηκε το πρόγραμμα των επόμενων ενεργειών.
Μετά από τη μετάβαση του αρχιτέκτονα Δημήτρη Ευταξιόπουλου στο Φάρο του Ταινάρου, της πρώτης δηλαδή τοποθεσίας στο σχέδιο αποκατάστασης, ακολούθησαν αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης και, σε συνεργασία με την Υπηρεσία Φάρων, δημιουργία πλήρους σειράς σχεδίων εκτέλεσης. Η τελική μελέτη εγκρίθηκε από το Ίδρυμα καθώς και από την Υπηρεσία Φάρων, ενώ δόθηκε και έγκριση από την Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων Πάτρας με την τεχνική υποστήριξη της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Το 2008 το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη αποφάσισε τη χρηματοδότηση της νέας αποκατάστασης. Μετά από συνεννοήσεις με τα Υπουργεία Εμπορικής Ναυτιλίας και Εθνικής Άμυνας, το Πολεμικό Ναυτικό και την Υπηρεσία Φάρων, συζητήθηκαν οι λεπτομέρειες, ο τρόπος επισκευής και χρηματοδότησης, η επιλογή του αρχιτέκτονα και των συνεργείων και καθορίστηκε το πρόγραμμα των επόμενων ενεργειών.
Μετά από τη μετάβαση του αρχιτέκτονα Δημήτρη Ευταξιόπουλου στο Φάρο του Ταινάρου, της πρώτης δηλαδή τοποθεσίας στο σχέδιο αποκατάστασης, ακολούθησαν αποτύπωση της υπάρχουσας κατάστασης και, σε συνεργασία με την Υπηρεσία Φάρων, δημιουργία πλήρους σειράς σχεδίων εκτέλεσης. Η τελική μελέτη εγκρίθηκε από το Ίδρυμα καθώς και από την Υπηρεσία Φάρων, ενώ δόθηκε και έγκριση από την Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων Πάτρας με την τεχνική υποστήριξη της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο
ιστορικός πετρόκτιστος Φάρος
του Μαλέα δεσπόζει στο
νοτιότερο άκρο της Πελοποννήσου, στο ομώνυμο ακρωτήριο, από το 1883. Το όνομά
του είναι στενά συνυφασμένο με τον κίνδυνο, καθώς ο διάπλους του Μαλέα
αποτελούσε ανέκαθεν εφιάλτη για τους ναυτικούς.
Οι εργασίες στον Φάρο του Μαλέα άρχισαν στις 23 Μαΐου 2009, ύστερα από δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες των συνεργείων να προσεγγίσουν τον Φάρο λόγω θαλασσοταραχής. Στους επόμενους 6 μήνες τα συνεργεία εργάσθηκαν υπό τις οδηγίες του αρχιτέκτονα και την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια της τοπικής κοινωνίας.
Οι συνθήκες ιδιαίτερα δύσκολες και δυσμενείς, με συνεχείς διακοπές των εργασιών λόγω θαλασσοταραχών, οι οποίες εμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό υλικών και τροφίμων.
Ιδιαίτερες δυσκολίες αντιμετώπισαν τα συνεργεία, καθώς ένα μήνα πριν την ολοκλήρωση του έργου και πάλι θαλασσοταραχή κατέστρεψε την εξέδρα.
Οι εργασίες στον Φάρο του Μαλέα άρχισαν στις 23 Μαΐου 2009, ύστερα από δύο ανεπιτυχείς προσπάθειες των συνεργείων να προσεγγίσουν τον Φάρο λόγω θαλασσοταραχής. Στους επόμενους 6 μήνες τα συνεργεία εργάσθηκαν υπό τις οδηγίες του αρχιτέκτονα και την αμέριστη συμπαράσταση και βοήθεια της τοπικής κοινωνίας.
Οι συνθήκες ιδιαίτερα δύσκολες και δυσμενείς, με συνεχείς διακοπές των εργασιών λόγω θαλασσοταραχών, οι οποίες εμπόδιζαν τον ανεφοδιασμό υλικών και τροφίμων.
Ιδιαίτερες δυσκολίες αντιμετώπισαν τα συνεργεία, καθώς ένα μήνα πριν την ολοκλήρωση του έργου και πάλι θαλασσοταραχή κατέστρεψε την εξέδρα.
Η πλήρης αναπαλαίωση του Φάρου Μαλέα ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 2009 και ο Φάρος παραδόθηκε στην αρμόδια υπηρεσία του Πολεμικού Ναυτικού.
Ήδη προγραμματίζονται και άλλες ενέργειες για την ανάδειξη των πέτρινων Φάρων της Ελλάδας ως αρχείων της μακρόχρονης ιστορικής μας παράδοσης:
α) Η αναγνώριση ως Διατηρητέων Μνημείων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς από το Υπουργείο Πολιτισμού και Ευρωπαïκούς φορείς όσο περισσοτέρων πετρόκτιστων Φάρων της Ελλάδας.
β) Η δημιουργία στο Ίδρυμα ενός κέντρου μελέτης, έρευνας και συγκέντρωσης στοιχείων σχετικά με τους πετρόκτιστους Φάρους της Ελλάδας ώστε να δημιουργηθεί ένα κέντρο συλλογής και επεξεργασίας εντύπου και ηλεκτρονικού υλικού για τους Ελληνικούς Φάρους.