Της κ. Αναστασίας Μπέση
φιλολόγου και π. Διευθύντριας του Γυμνασίου Μεσαγρού.
Από την προσωπική της σελίδα στο fb
Αν νομίζετε πώς ο ιός θα εξαφανιστεί, αν δεν εφαρμοστούν τα αυστηρά μέτρα "πλανᾶσθε πλάνην οἰκτράν''. Όποιος ενδιαφέρεται να μάθει πώς εξουδετερώθηκε την εποχή του Καποδίστρια, στον Αργοσαρωνικό κυρίως, η πανώλης (ολέθριος, ολοκληρωτικά καταστροφικός) < πᾶς + ὄλλυμι, η γνωστή πανούκλα< λατ. panuc(u)la `οίδημα , ας διαβάσει το παρακάτω κείμενο:( Οι σημερινές αναλογίες θα σας ξαφνιάσουν)
Η επιδημία
πανώλης ενέσκηψε αρχικά στην Ύδρα τον Απρίλιο του 1828 από το πλήρωμα του
υδραϊκού πλοίου "Αφροδίτη", σε ένα ταξίδι μεταφοράς αιχμαλώτων από
την Αίγυπτο στη Μεθώνη. Τα μέλη του πληρώματος προσβλήθηκαν από την πανώλη που
θέριζε τον πληθυσμό της Αιγύπτου και οι περισσότεροι πέθαναν. Αρχικά από τη
Μεθώνη η πανώλη διαδόθηκε στα στρατεύματα του Ιμπραήμ, με αποτέλεσμα μετά τα
μέσα Απριλίου να πεθαίνουν 20 με 30 στρατιώτες την ημέρα, ενώ ο ίδιος ο Ιμπραήμ
αναγκάστηκε να περιοριστεί σε ένα πλοίο του ώστε να μην προσβληθεί ο ίδιος.
Δυστυχώς όμως, η πανώλη επεκτάθηκε και στην Ύδρα και ήδη στις 17 Απριλίου 1828 είχαν σημειωθεί τα πρώτα κρούσματα στο νησί. Ο Καποδίστριας, έχοντας σπουδάσει ο ίδιος ιατρική, δεν υποτίμησε τον κίνδυνο, αλλά απέστειλε τον γιατρό Σπυρίδωνα Καλογερόπουλο στο νησί με εντολή να λάβει αυστηρά μέτρα για τον περιορισμό της επιδημίας :
Δυστυχώς όμως, η πανώλη επεκτάθηκε και στην Ύδρα και ήδη στις 17 Απριλίου 1828 είχαν σημειωθεί τα πρώτα κρούσματα στο νησί. Ο Καποδίστριας, έχοντας σπουδάσει ο ίδιος ιατρική, δεν υποτίμησε τον κίνδυνο, αλλά απέστειλε τον γιατρό Σπυρίδωνα Καλογερόπουλο στο νησί με εντολή να λάβει αυστηρά μέτρα για τον περιορισμό της επιδημίας :
α) να
απομακρυνθούν από την πόλη και να μπουν σε καθαρτήριο οι οικογένειες όσων είχαν
νοσήσει,
β) να
οριστούν συγκεκριμένοι "μόρτηδες" που θα θάβουν τους νεκρούς από τη
νόσο και θα απολυμαίνουν τα σπίτια τους,
δ) να κλείσουν οι εκκλησίες,
ε) να καίγονται τα ρούχα όσων είχαν πεθάνει
από τη νόσο,
ε) όσοι ήταν ύποπτοι ότι είχαν τη νόσο αλλά
δεν την είχαν εκδηλώσει, να μπαίνουν σε καραντίνα για 50 ημέρες.
Οι πρόκριτοι της Ύδρας συμμορφώθηκαν με τις υποδείξεις στέλνοντας ευχαριστήρια επιστολή στον κυβερνήτη για τη βοήθεια, όμως παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις τους, τα κρούσματα της επιδημίας αυξάνονταν τόσο στην Ύδρα, όσο και στις Σπέτσες και τα γύρω νησιά.
Για τον λόγο αυτό έλαβε αυστηρότερα μέτρα βάζοντας την Ύδρα και τις Σπέτσες σε καραντίνα για 40 μέρες με την αυστηρή διαταγή να μην βγαίνει οτιδήποτε από τα νησιά που είχαν πληγεί, είτε προϊόν είτε άνθρωπος.
Όμως παρά τα περιοριστικά μέτρα που πάρθηκαν,
σύντομα η επιδημία είχε μεταφερθεί στις Σπέτσες, στον Πόρο, στην Χαλκίδα, στα
Μέγαρα, στα Καλάβρυτα και στην Αργολίδα.
Μετά τη διάδοση και στην Πελοπόννησο, ο Καποδίστριας απέστειλε τον αδερφό του Βιάρο στην Ύδρα, ως έκτακτο υγειονομικό επίτροπο με δικτατορικές αρμοδιότητες και με 60.000 γρόσια ως επιχορήγηση για την άσκηση της κρατικής πολιτικής.
Ο Βιάρος αμέσως αυστηροποίησε την καραντίνα
διορίζοντας επιστάτες επιφορτισμένους με το έργο να επισκέπτονται κάθε μέρα όλα
τα σπίτια του νησιού ψάχνοντας για νέα κρούσματα. Αν συναντούσαν ασθενή,
όφειλαν να τον περιορίσουν στο σπίτι του. Οι επιστάτες των λιμανιών όφειλαν να
εμποδίζουν τον απόπλου όλων των πλοίων εκτός των αλιευτικών, ενώ καθόριζε μια
νέα αγορά για προμήθειες με νέους αυστηρούς κανόνες υγιεινής.
Οι Υδραίοι
εξοργίστηκαν με τον αυταρχισμό του Βιάρου ζητώντας να χαλαρωθούν τα μέτρα που
είχαν καταστρέψει το εμπόριο του νησιού, αλλά αυτός δεν έδωσε σημασία στις
παρακλήσεις τους, υποστηριζόμενος και από τον κυβερνήτη που ήθελε πάση θυσία να
εμποδίσει τη διάδοση της νόσου.
Ο Καποδίστριας
δεν επέτρεπε καμία εμπορική δραστηριότητα αν δεν έμεναν χωρίς κρούσματα
επιδημίας για τουλάχιστον 40 ημέρες συνεχόμενες. Θέλοντας να εξαλείψει
γρηγορότερα την πανώλη, στις 19 Μαΐου 1828 ο Καποδίστριας επέκτεινε την
καραντίνα των νησιών στα παράλια της Αττικής, στην Εύβοια και στον κόλπο του
Βόλου. Μια ναυτική μοίρα ανέλαβε την υποχρέωση να επιτηρήσει τις περιοχές αυτές
και να μην επιτρέψει σε κανένα πλοίο να παραβιάσει τον αποκλεισμό. Όλα αυτά τα
αυστηρά μέτρα σύντομα απέδωσαν καρπούς στην Ύδρα και η επιδημία εξαλείφθηκε
πλήρως στο νησί κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
Η επιδημία
όμως είχε παρουσιάσει τα περισσότερα κρούσματα στον Πόρο και αυτό ανάγκασε τον
Καποδίστρια να επιφορτίσει τον διάσημο Ελβετό γιατρό Andre-Louise Gosse με την
αρμοδιότητα να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα υγειονομικού χαρακτήρα ώστε να
περιοριστεί και να καταπολεμηθεί η επιδημία και στα υπόλοιπα νησιά εκτός της
Ύδρας και των Σπετσών.
Ο Gosse
αφού μελέτησε τα κρούσματα και κατέληξε στην μορφή της επιδημίας, διέταξε την
έξοδο των αρρώστων από τα σπίτια και την τοποθέτηση τους κάτω από την σκιά
φυλλωμάτων σε απόσταση έξι μέτρων του ενός από τον άλλο. Παράλληλα
χρησιμοποίησε την ιατρική τεχνική της "καυτηρίασης των οιδημάτων" που
εμπόδισε την εξάπλωση της επιδημίας, όρισε λοιμοκαθαρτήρια, επέβαλλε την καύση
των ρούχων των νεκρών, την ματαίωση των εκκλησιασμών, κλείσιμο των καφενείων
κτλ.
Τα
περιοριστικά μέτρα συντέλεσαν στην καταπολέμηση της επιδημίας και στον Πόρο και
γενικότερα ο Gosse επέδειξε έναν ζήλο που οφειλόταν όχι μόνο στον αδιαμφισβήτητο
ανθρωπισμό του αλλά και στο επιστημονικό ενδιαφέρον που παρουσίαζε η
καταπολέμηση της επιδημίας. Ο Gosse κατέγραψε τα συμπτώματα της επιδημίας και
τις θεραπείες που ακολούθησε στην Ελλάδα για να τις καταπολεμήσει, σε χωριστές
ιατρικές μελέτες που εκδόθηκαν στην Ελβετία. Οι μελέτες αυτές αποτέλεσαν
σημαντικές πηγές πληροφόρησης τον 19ο αιώνα για την ίαση της πανώλης παγκοσμίως
ενώ συγκεντρώνουν το επιστημονικό ενδιαφέρον και πωλούνται τόσο από
βιβλιοπωλεία όσο και από το διαδίκτυο μέχρι και στις μέρες μας.
Με ένα επιτελείο από βοηθούς που του είχε διατεθεί, ο Gosse ταξίδευε με αυτοθυσία σε όλες τις πανωλόπληκτες περιοχές (κυρίως τον Πόρο, την Αίγινα και τα Μέγαρα) προσπαθώντας να καταπολεμήσει την αρρώστια. Δυστυχώς όμως στην προσπάθεια του αυτή και υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες και υψηλές θερμοκρασίες προσβλήθηκε ο ίδιος από κακοήθη πυρετό τον Αύγουστο του 1828. Και ενώ αρχικά πίστεψε πως δεν είναι κάτι σοβαρό, η κατάσταση του επιδεινώθηκε απότομα και ο Gosse κινδύνεψε να χάσει την ζωή του. Σώθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή καθώς η αρρώστια υποχώρησε με την χρήση κινίνου και την παραμονή του σε ένα απομονωμένο μοναστήρι στον Πόρο. Σε επιστολή του, ο Καποδίστριας του έγραφε:
"...Εκάνατε πολύ περισσότερα. Γλιτώσατε από τον θάνατο έναν μεγάλο αριθμό κατοίκων του Πόρου κατά την εποχή αυτή, εποχή κακοηθών πυρετών. Παρά λίγο μάλιστα να γίνετε θύμα και εσείς ο ίδιος. ...".
Με ένα επιτελείο από βοηθούς που του είχε διατεθεί, ο Gosse ταξίδευε με αυτοθυσία σε όλες τις πανωλόπληκτες περιοχές (κυρίως τον Πόρο, την Αίγινα και τα Μέγαρα) προσπαθώντας να καταπολεμήσει την αρρώστια. Δυστυχώς όμως στην προσπάθεια του αυτή και υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες και υψηλές θερμοκρασίες προσβλήθηκε ο ίδιος από κακοήθη πυρετό τον Αύγουστο του 1828. Και ενώ αρχικά πίστεψε πως δεν είναι κάτι σοβαρό, η κατάσταση του επιδεινώθηκε απότομα και ο Gosse κινδύνεψε να χάσει την ζωή του. Σώθηκε κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή καθώς η αρρώστια υποχώρησε με την χρήση κινίνου και την παραμονή του σε ένα απομονωμένο μοναστήρι στον Πόρο. Σε επιστολή του, ο Καποδίστριας του έγραφε:
"...Εκάνατε πολύ περισσότερα. Γλιτώσατε από τον θάνατο έναν μεγάλο αριθμό κατοίκων του Πόρου κατά την εποχή αυτή, εποχή κακοηθών πυρετών. Παρά λίγο μάλιστα να γίνετε θύμα και εσείς ο ίδιος. ...".
Η επιδημία υποχώρησε αισθητά τους καλοκαιρινούς μήνες, στις 22 Ιουλίου με επιστολή του στον Εϋνάρδο, ο Καποδίστριας ανήγγειλε ότι είχε σχεδόν εξαλειφθεί η επιδημία, ενώ τον Σεπτέμβριο δεν εμφανίστηκαν καθόλου νέα κρούσματα. Αυτό οδήγησε τις Αρχές και τους πολίτες να ελαττώσουν την επαγρύπνηση τους με αποτέλεσμα τη δραματική επανεμφάνιση της επιδημίας στα Καλάβρυτα και στα γύρω χωριά τον Οκτώβριο του 1828. Η πιο σοβαρή αμέλεια των κατοίκων ήταν ότι δεν τηρούσαν τους αυστηρούς κανόνες υγιεινής καθώς και την ειδική διαδικασία καθαρισμού των ρούχων τους. Η επιδημία μεταδόθηκε από το Διακοφτό και στο χωριό Βραχνί που είχε 700 κατοίκους πέθαναν 53 άτομα, ενώ στα Καλάβρυτα που είχαν 1000 κατοίκους πέθαναν 15.
Όλες τις
επαρχίες των Καλαβρύτων τέθηκαν σε καραντίνα με σκοπό τον άμεσο περιορισμό όλων
των πιθανών αρρώστων στα σπίτια τους. Ο Γάλλος συνταγματάρχης Schneider
κατέβαλλε 1000 φράγκα ώστε να προμηθεύσει με νέα ρούχα τους κατοίκους της
περιοχής. Χάρις τις συντονισμένες προσπάθειες όλων των αξιωματούχων της
κυβέρνησης στην περιοχή, η επιδημία δεν διαδόθηκε στην υπόλοιπη Πελοπόννησο
αλλά καταπολεμήθηκε και στις περιοχές που είχε κάνει την επανεμφάνισή της.
Ο Gosse
παρέτεινε την παραμονή του στην Ελλάδα ως το καλοκαίρι του 1929, περισσότερο
για να ανακτήσει τις χαμένες δυνάμεις του, από την αρρώστια που πάρα λίγο να
του στερήσει την ζωή. Είναι χαρακτηριστικό πως όταν ήρθε η στιγμή να φύγει, ο
Gosse δεν διέθετε καν τα χρήματα για τους ναύλους του μακρινού ταξιδιού και
αναγκάστηκε να δανειστεί από τον Βιάρο Καποδίστρια 2.000 πάστρα. Λίγο πριν την
αναχώρηση του για την Ελβετία, η ελληνική κυβέρνηση του απένειμε τον τιμητικό
τίτλο του επίτιμου πολίτη των Αθηνών και Καλαβρύτων, ενώ οι κάτοικοι του Πόρου
τον πολιτογράφησαν ώστε
"..να απολαμβάνει εφεξής καθ΄ όλην την έκτασιν τον τίτλον και τα δικαιώματα του γνησίου και αυτόχθονος Ποριώτου...".
"..να απολαμβάνει εφεξής καθ΄ όλην την έκτασιν τον τίτλον και τα δικαιώματα του γνησίου και αυτόχθονος Ποριώτου...".
Ο Gosse
δεν ξέχασε ποτέ την Ελλάδα. Ακόμη και μετά την αποχώρησή του από την Ελλάδα,
συνέχισε ως μέλος της Φιλελληνικής Επιτροπής της Γενεύης να στέλνει χρήματα,
διατηρούσε τακτική αλληλογραφία με τον Ιωάννη Καποδίστρια και τον αδερφό του
Βιάρο, ενώ το 1838 επισκέφθηκε με την σύζυγο του την ελεύθερη Ελλάδα, όπου
συνάντησε παλιούς φίλους και συναγωνιστές.
Σε ειδική τελετή ο Βασιλιάς Όθωνας του απένειμε το
αριστείο του Αγώνος και τον αργυρό σταυρό του Σωτήρος για τις μεγάλες υπηρεσίες
που πρόσφερε στην Ελλάδα.
ΠΗΓΗ
ΠΗΓΗ