Κυριακή 19 Μαΐου 2019

Η Παχεία Ράχη τίμησε τους Αγίους Ιούλιο και Ιουλιανό.

 Πανηγύρισαν οι κάτοικοι της Παχείας Ράχης αλλά και πολλοί Αιγινήτες  την ανακομιδή των λειψάνων των δύο αδελφών Αγίων και Ιεραποστόλων Ιούλιου και Ιουλιανού, των γόνων του χωριού που κήρυξαν  το Ευαγγέλιο στις περιοχές  της Βορείου Ιταλίας.
  Ο εορτασμός έδωσε την ευκαιρία  σε πολλούς Αιγινήτες να ανηφορίσουν ως την Παχιοράχη τόσο  στον Εσπερινό  το απόγευμα του Σαββάτου όσο και στην πανηγυρική Θεία Λειτουργία το πρωί της Κυριακής.
 

Φωτογραφίες  του κ. Δημ. Παπαλεονάρδου από την προσωπική του σελίδα στο Fb.
  
Οι Άγιοι Ιουλιανός και Ιούλιος οι οποίοι κατάγονταν πιθανότατα από την ευρύτερη περιοχή της Παχείας Ράχης. Το 319 μ. Χ. γεννιέται ο Ιουλιανός  και το 330 μ. Χ. ο αδελφός του Ιούλιος  από πλούσια χριστιανική Αιγινήτικη οικογένεια. Τη στοιχειώδη εκπαίδευση την έλαβαν στην Αίγινα. Στη συνέχεια παρακολούθησαν ανώτερες σπουδές στην Αθήνα, όπου και σπούδασαν μαζί με το Μέγα Βασίλειο, το Γρηγόριο το Θεολόγο και τον Ιουλιανό, τον μετέπειτα αυτοκράτορα  του Βυζαντίου, τον ονομαζόμενο   «παραβάτη».
   Ο  Ιούλιος και ο Ιουλιανός, θαυμάζοντας το έργο του Αποστόλου Παύλου, αποφάσισαν να τον μιμηθούν. Μετά τη χειροτονία τους  στην Αθήνα, άρχισαν τη μεγάλη πορεία τους κηρύσσοντας την χριστιανική πίστη στα αφιλόξενα κράτη της Βαλκανικής, στη Βοημία, την Πολωνία και την Ουγγαρία.  Αναφέρεται ότι χειροτονήθηκαν το 365 μ. Χ. ο Ιούλιος σε ιερέα και ο Ιουλιανός σε διάκονο. Πριν φύγουν από την Αίγινα, σύμφωνα με την παράδοση, έκοψαν δύο ίσια ξύλα και τα έκαναν μπαστούνια, με τη βοήθεια των οποίων διέσχισαν τις περιοχές στις οποίες διέδωσαν το λόγο του Χριστού. Πρώτος προορισμός τους η Κόρινθος στην οποία ανέπτυξαν σημαντική δράση. Δεν παρέμειναν εξαιτίας του κινδύνου της σύλληψης και της θανάτωσής τους από τους οπαδούς του Αρείου. Έτσι άλλαξαν ρότα και το 377 μ.Χ. απέπλευσαν από την Κόρινθο με προορισμό την Κεντρική Ευρώπη.
 
 Σύμφωνα με μία παράδοση οι δύο Άγιοι  έφθασαν στην Ιταλία όπου τους συνέλαβε ο αυτοκράτορας Ουάλης και τους έστειλε στο Δούναβη, για να ενισχύσουν το Ρωμαϊκό  στρατό. Χαρακτηριστικό της δράσης τους και του ιεραποστολικού ζήλου τους είναι ένα περιστατικό που συνέβη σε ένα χωριό της περιοχής του Δούναβη. Εκεί είδαν όλους τους κατοίκους συγκεντρωμένους στην πλατεία και στη μέση ήταν δεμένος ένας νεαρός δαιμονισμένος. Οι ιερείς του χωριού ετοιμάζονταν να τον κάψουν, για να γλιτώσει το χωριό. Οι Άγιοι εξόρκισαν το δαιμόνιο και κάνοντας το σημείο του σταυρού τον θεράπευσαν. ΄Ολο  το πλήθος έμεινε κατάπληκτο, η  τιμωρία ματαιώθηκε, ο νεαρός σώθηκε και το σημαντικότερο ήταν ότι πολλοί πίστεψαν στο Θεό του Ιούλιου και του Ιουλιανού, τον αληθινό Θεό που τους αποκάλυψαν.
    Στα  χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου και ενώ πάπας Ρώμης ήταν ο Δαμάσος ο Α΄, τα δύο αδέλφια επισκέφθηκαν τη Ρώμη [370 μ. Χ.], με σκοπό να προσκυνήσουν τον τόπο που αποκεφαλίστηκε ο Απόστολος Παύλος, αλλά και τους τάφους των πρώτων χριστιανών. Εκεί οι Άγιοι συναντήθηκαν με δύο σημαντικά για την μετέπειτα πορεία τους πρόσωπα. Ο πρώτος ήταν ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος, από τον οποίο εξασφάλισαν  γραπτή άδεια να μπορούν ελεύθερα να διαδίδουν το Χριστιανισμό σε ολόκληρη την αυτοκρατορία. Και ο δεύτερος ήταν ο πάπας της Ρώμης, ο οποίος, διακρίνοντας τις ικανότητες τους, τους έστειλε στη Βόρεια Ιταλία και συγκεκριμένα στο Μιλάνο, για να  βοηθήσουν τον επίσκοπο της περιοχής Άγιο Αμβρόσιο. Ο επίσκοπος Αμβρόσιος τους ανέθεσε την Εκκλησία της Νοβάρας, που είχε ιδρύσει ο Άγιος Λαυρέντιος, στη Λομβαρδία.  Στην περιοχή αυτή επιτέλεσαν και το μεγαλύτερο έργο τους. Βάπτισαν χριστιανούς, έκτισαν ναούς – σύμφωνα με την παράδοση σχεδόν 100 ο καθένας τους- θεράπευσαν αρρώστους, γκρέμισαν ειδωλολατρικούς ναούς, απάλλαξαν τους πιστούς από το παγανιστικό πνεύμα κ.α. Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι επανέφεραν την ειρήνη στην εκκλησία της Νοβάρας.
  Ύστερα από 50 χρόνια ιεραποστολικής εργασίας  θέλησαν να αποσυρθούν και να ασκητέψουν. Τα  δύο αδέλφια θα χώριζαν για πρώτη φορά στη ζωή τους. Ο Ιουλιανός έμεινε στο Γκοτζάνο στη λίμνη Ματζιόρε, ενώ ο Ιούλιος διάλεξε ένα ερημικό νησάκι το Κούσιο στη λίμνη  Όρτα. Το νησί που είχε διαλέξει ο Ιούλιος ήταν έρημο και απομονωμένο, ένας βράχος γεμάτος  ερπετά, όπου κανένας βαρκάρης δεν πλησίαζε από φόβο. Τότε ο Ιούλιος άπλωσε το ράσο του επάνω στο νερό και πέρασε απέναντι. Εκεί με τη βοήθεια του Θεού και με τη δύναμη του Χριστού, που σύμφωνα με το Ευαγγελικό χωρίο: «να πατάς επάνω σε φίδια και σκορπιούς» [Λουκ. 10,19], ο Άγιος τα υπόταξε.
   Ο Ιουλιανός  αρρώστησε βαριά και κοιμήθηκε σε ηλικία 72 ετών τον Ιανουάριο του 391 μ. Χ. Ο Ιούλιος έζησε ήρεμα για άλλα 10 χρόνια με προσευχή και νηστεία στο νησί του, το οποίο πήρε και το όνομά του. Η μνήμη του Αγίου Ιουλιανού εορτάζεται στις 7 Ιανουαρίου, του Αγίου Ιούλιου στις 31 Ιανουαρίου και η ανακομιδή των λειψάνων τους στις 19 Μαΐου. Στο χωριό της Παχείας Ράχης η μνήμη τους εορτάζεται στις 19 Μαΐου, όπου υπάρχει πλέον παρεκκλήσιο στον παλαιό ναό των Ταξιαρχών αφιερωμένο στη μνήμη τους. Στην Αίγινα επίσης εορτάζουν και στις 30 Ιουλίου  κατά τη σύναξη των Αιγινητών Αγίων στον ομώνυμο Ιερό Ναό στη περιοχή Λιβάδι, όπου φυλάσσονται και τμήματα από τα λείψανα των δύο Αγίων.