Η ανακήρυξη του γέροντα Παϊσίου σε Άγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν ξάφνιασε τους πιστούς της Εκκλησίας γιατί ήταν κάτι που αναμενόταν από καιρό και ιδιαίτερα μετά την αγιοκατάταξη του γέροντα Πορφυρίου. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια ο γέροντας Παϊσιος έγινε πλατύτερα γνωστός μέσα από το πλήθος των βιβλίων που κυκλοφόρησαν ή προσφέρθηκαν από τις Αθηναϊκές εφημερίδες. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες μορφές της Ορθοδοξίας του 20ου αιώνα.
Ευκαιρία να διαβάσουμε έστω και επιγραμματικά το βιογραφικό του.
Ο Όσιος Παΐσιος o Αγιορείτης (κατά
κόσμον Αρσένιος Εζνεπίδης, 25 Ιουλίου 1924-12 Ιουλίου 1994) ήταν
Έλληνας μοναχός που έζησε κατά τη διάρκεια του 20ού
αιώνα και έγινε ευρέως γνωστός για τον βίο και το έργο του. Η κατάταξή του
στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας πραγματοποιήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 2015.
Η πορεία του γέροντα Παΐσιου

Λίγο αργότερα αποχώρησε από τη μονή και
κατευθύνθηκε στη Μονή Εσφιγμένου. Εκεί τελέσθηκε η τελετή της «ρασοευχής»
και πήρε το πρώτο όνομά του που ήταν Αβέρκιος. Και εκεί
αμέσως ξεχώρισε για την εργατικότητά του, τη μεγάλη αγάπη και κατανόηση που
έδειχνε για τους «αδελφούς» του, την πιστή υπακοή στο γέροντά του, την
ταπεινοφροσύνη του, αφού θεωρούσε εαυτόν κατώτερο όλων των μοναχών στην πράξη.
Προσευχόταν έντονα. Ανάμεσα στα αγαπημένα του αναγνώσματα ήταν οι
ρήσεις των Πατέρων της ερήμου και ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.

Το 1958, ύστερα από «εσωτερική πληροφόρηση»,
πήγε στο Στόμιο Κονίτσης. Εκεί πραγματοποίησε έργο το οποίο αφορούσε στους
ετερόδοξους αλλά περιελάμβανε και τη βοήθεια των βασανισμένων και φτωχών
Ελλήνων, είτε με φιλανθρωπίες, είτε παρηγορώντας τους και στηρίζοντάς τους
ψυχολογικά, με αιχμή το λόγο του Ευαγγελίου. Επί 4 έτη έμεινε στην Ιερά
Μονή Γενεθλίων της Θεοτόκου στο Στόμιο, όπου αγαπήθηκε πολύ από τον λαό
της περιοχής για την προσφορά και τον μετριοπαθή χαρακτήρα του.

Επιστροφή στο Άγιο Όρος
Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος,
από όπου δεν ξαναέφυγε ποτέ. Έμεινε στη Σκήτη Τιμίου Προδρόμου Ιβήρων. Την
εποχή εκείνη ήταν υποτακτικός του Ρώσου μοναχού Τύχωνα, που ασκήτευε στο
Σταυρονικητιανό κελλί του Τιμίου Σταυρού μέχρι το θάνατό του το 1968,
μετά τον οποίο, ακολουθώντας την επιθυμία του Τύχωνα, έμεινε στο κελί του για
έντεκα χρόνια. Τον ίδιο χρόνο, συμβούλεψε έναν από τους κοντυνότερους μαθητές
του, το Βασίλειο Γοντικάκη να γίνει ηγούμενος για να βοηθήσει την
ανακατασκευή της Μονής Σταυρονικήτα, που ήταν σημαντικό βήμα για την
αναβίωση του μοναχισμού στον Άθω.

Από τότε άρχισε να δέχεται πολλές επισκέψεις. Ήδη
το όνομά του έχει αρχίσει να γίνεται αρκετά γνωστό μακριά από το Όρος και κάθε λογής
βασανισμένοι άνθρωποι οδηγούνταν σε αυτόν, μαθαίνοντας για ένα χαρισματικό
μοναχό που ονομάζεται Παΐσιος. Το επόμενο έτος μεταφέρθηκε στη Μονή
Σταυρονικήτα. Βοήθησε σημαντικά σε χειρωνακτικές εργασίες, συνεισφέροντας στην
ανακαίνιση του μοναστηριού.
Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου από το news.gr