Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2012

Eϋνάρδειο... προς κατεδάφιση


Η ιστορία – η προσφορά και η κατάληξη του πρώτου ανώτατου εκπαιδευτικού Ιδρύματος του νεότερου κράτους.
 Με αφορμή τις εκδηλώσεις που έλαβαν χώρα στο εγκαταλελειμένο Εϋνάρδειο της Αίγινας, χάρη στο "Λαγήνι workshop", πολλοί ήταν οι επισκέπτες  που με δέος διάβηκαν το κατώφλι του και θαύμασαν τις δημιουργίες και την έμπνευση των νέων αρχιτεκτόνων με μπροστάρη τον εμπνευστή των εκδηλώσεων  Αιγινήτη  εικαστικό και αρχιτέκτονα Γιάννη Δέδε. Σημαντική δουλειά, αξιοθαύμαστη πρωτοβουλία. Κυρίως όμως αξίζουν συγχαρητήρια γιατί ένα ιστορικό κτίριο της Αίγινας άνοιξε στο κοινό. Με την ευκαιρία αυτή πολλοί το είδαν "από μέσα" και αρκετοί εξ αυτών προβληματίστηκαν για τη μοίρα ενός άλλου Καποδιστριακού κτιρίου αλλά κυρίως για το μέλλον του.
  Με αφορμή λοιπόν το "Λαγήνι" ας θυμηθούμε την ιστορία του κτιρίου.
   Η  επιγραφή στον εξωτερικό τοίχο κανονικά θα έπρεπε  να γράφει: «Προσοχή, έτοιμο προς κατεδάφιση». Αντ’ αυτής κάποια δειλά συνθήματα και κάδοι  σκουπιδιών. Σπασμένα τζάμια, παράθυρα ανοιχτά χωρίς παντζούρια, πεσμένοι σοφάδες, ξερά αγριόχορτα, εγκαταλελειμμένες σαρκοφάγοι, σκουριασμένα κάγκελα, σπασμένα φανάρια, χρώματα που ξεθώριασαν όπως η μνήμη των νεοελλήνων. Ένα ρημαδιό.
  Αυτήν την εικόνα έχει να παρουσιάσει η πάλαι ποτέ «πρώτη πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους» στον επισκέπτη του πρώτου ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος του νεότερου κράτους. Αναφερόμαστε  στο Εϋνάρδειο που για όσους δεν μπορούν να θυμηθούν ή να προσανατολιστούν, είναι το κτίριο στην συμβολή των οδών Μητροπόλεως και Αντ. Πελεκάνου  στο προαύλιο του Μητροπολιτικού Ναού.
   Η  ιστορία του κτιρίου είναι μεγάλη και συνδέεται  με τη δράση πολλών πνευματικών ανθρώπων. Αρχίζει από τότε που ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας θέλησε να υλοποιήσει το όραμα του για την παιδεία. Πίστευε ο ίδιος  ότι αυτή αποτελεί τη βάση για την ανοικοδόμηση του κράτους. Έτσι με σχετικό ψήφισμα και Κυβερνητικό διάταγμα την 1η Νοεμβρίου 1828, ιδρύεται το Κεντρικό Σχολείο της Αίγινας, το οποίο αρχικά στεγάζεται μέσα στο κτίριο του Ορφανοτροφείου. Επειδή όμως ο χώρος ήταν ανεπαρκής για τις ανάγκες, αποφασίστηκε η ανέγερση νέου κτιρίου. Στις 13 Μαΐου 1830 υπογράφτηκε το συμφωνητικό της ανοικοδόμησης, σύμφωνα με το οποίο οι εργασίες θα άρχιζαν στις 19 Μαΐου 1830 και το κτίριο θα παραδιδόταν έτοιμο «εις τα τέλη του ερχομένου Ιουλίου μηνός» [Γ.Α.Κ. Υπουργ. Παιδείας φεκ. 28,1830]. Προκειμένου να υλοποιηθεί η ανοικοδόμηση του Κεντρικού Σχολείου, οι κοινοτάρχες της Αίγινας ζήτησαν από τον Κυβερνήτη στις  15 Μαΐου 1830 να γίνει δεκτή η προσφορά ιδιόκτητης γης, που ανήκε στην  Εκκλησία της Θεοτόκου [Μητρόπολης Αίγινας]. Ο Κυβερνήτης την αποδέχθηκε με ευγνωμοσύνη και σε ανταπόδοση χάρισε στην εκκλησία το ποσόν των 320 φοινίκων του δημόσιου χρέους της προς το εθνικό ταμείο. Αρχιτέκτονες του κτιρίου ήταν ο Κλεάνθης και Σάουμπερ.

   Στις 10 Ιουνίου 1830 υπεύθυνος για την ανέγερση του κτιρίου ορίστηκε ο Α. Λουκόπουλος, ο οποίος πληροφορεί την Κυβέρνηση με έγγραφο του, ότι οι εργασίες προχωρούσαν και ήλπιζε ότι το έργο θα ολοκληρωνόταν σε συντομότερο από το προβλεπόμενο διάστημα. Η συνολική δαπάνη για την ανέγερση των δύο αιθουσών κατά τους υπολογισμούς των τεχνικών θα ανερχόταν σε 400 περίπου δίστηλα. Σύμφωνα όμως με την αναφορά του εφόρου του Κεντρικού Σχολείου Α. Μουστοξύδη στις 23 και 26 Μαΐου 1830, όπου δίνει και λεπτομερείς οδηγίες για τον τρόπο οικοδομής και προμήθειας υλικών, η δαπάνη δε θα υπερέβαινε τα χίλια τάλιρα. Σίγουρα πάντως  το νέο κτίριο του Κεντρικού Σχολείου κτίστηκε με χρηματοδότηση του  Ελβετού φιλέλληνα Ι.Γ. Ευνάρδου, στον οποίο οφείλει και το όνομα του. [Επιστολαί Ι. Καποδίστρια προς Εϋνάρδο, 9 Οκτωβρίου 1830: «…ότι το Κεντρικόν της Αιγίνης Σχολείον, κτισθέν και αυτό ταις δαπάναις σου και φέρον το όνομα σου, έχει επέκεινα των τριακοσίων μαθητών, επιδιδόντων θαυμάσια…»]
   Το νέο οικοδόμημα του Κεντρικού Σχολείου, όπως μας περιγράφει ο Α. Μουστοξύδης στην «Αιγιναία», εφημερίδα του 1831, κτίστηκε κατ’ απομίμηση του δωρικού ρυθμού. Είναι ένα απλό ορθογώνιο οικοδόμημα, που στην π΄ροσοψή του στη Βόρεια πλευρά, υπάρχει μια στοά με πεσσούς και οι δύο μικρές πλευρές του στολίζονται με αετώματα. Στην ανατολική πλευρά του μια επιγραφή μας πληροφορεί:
«Ο  ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ
ΤΗ  ΤΩΝ  ΕΛΛΗΝΩΝ ΝΕΟΛΑΙΑ
ΕΔΕΙΜΑΤΟ
ΕΝ ΕΤΕΙ ΧΙΛΙΑ ΟΧΤΑΚΟΣΙΑ ΤΡΙΑΝΤΑ
[1830]
Το κτίριο αποτελείτο από δύο μεγάλες αίθουσες διδασκαλίας, από τις οποίες η μεγαλύτερη χωρούσε πάνω από 200 σπουδαστές. Στους τοίχους υπήρχαν προτομές των αρχαίων ποιητών, ρητόρων, ιστορικών, φιλοσόφων για να χρησιμεύουν ως πρότυπα στους μαθητές. Στο μικρότερο «ακροατήριον» θα στεγαζόταν το «Πρότυπον Σχολείον Αλληλοδιδακτικής», όπου θα μορφώνονταν οι δάσκαλοι, των οποίων η εκπαίδευση βασιζόταν στην αλληλοδιδακτική μέθοδο, επειδή δεν υπήρχαν ακόμη Πανεπιστήμια. Τα μαθήματα στο νέο κτίριο του Κεντρικού άρχισαν στις αρχές του Σεπτεμβρίου 1830 και μεταξύ των πρώτων δασκάλων του ήταν οι Γ. Γεννάδιος, Ι. Βενθύλος κ.αλ. Μεταξύ των διδασκομένων μαθημάτων περιλαμβάνονταν  μαθηματικά, φυσική, χημεία, ιχνογραφία, μουσική, γυμναστική, αρχαιολογία, μυθολογία, ανάγνωση χειρογράφων, ρητορική, ποίηση, φιλοσοφία, νεότερες γλώσσες[μία τουλάχιστον από τις ευρωπαϊκές], παιδαγωγική. Οι μαθητές ήταν υπότροφοι του κράτους. Από αυτό αποφοίτησαν  οι πρώτοι δάσκαλοι και κρατικοί υπάλληλοι. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, διορίζεται Σχολάρχης του Κεντρικού και Προκαταρκτικού Σχολείου ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, τον Ιούνιο του 1832. Το 1834, στο Εϋνάρδειο δίδασκε ο Ν. Δούκας, ένας από τους δασκάλους του γένους, ο οποίος και εξέδωσε τα βιβλία του στο τυπογραφείο Α. Κορομηλά που λειτουργούσε στην Αίγινα.
  Η λειτουργία του σχολείου το 1835 μεταφέρθηκε στην Αθήνα όπου και ονομάστηκε πρώτο Γυμνάσιο της Ελλάδας με διευθυντή τον Γ. Γεννάδιο.Το κτίριο του Εϋνάρδου στέγασε στα τέλη του 19ου αιώνα το Δημοτικό Σχολείο Αρρένων. Για ένα διάστημα στέγασε την Βιβλιοθήκη και μετέπειτα λειτούργησε ως Σχολαρχείο. Από το 1926 μέχρι το 1982 στέγασε το Αρχαιολογικό Μουσείο.
  Έκτοτε παραμένει κλειστό και εγκαταλελειμμένο. Όπως και όλα τα Καποδιστριακά κτίρια της Αίγινας. Μελέτες έχουν εκπονηθεί, έχει ολοκληρωθεί η μελέτη αναστήλωσης, αλλά  το Υπουργείο Παιδείας στο οποίο ανήκει το κτίριο, αγνοεί το Εϋνάρδειο. 
   (χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα από παλαιότερο ανάλογο άρθρο στην εφημερίδα "Νέα Εποχή")