Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

Η εποχή του ΟΧΙ

 
……  Η εποποιία  του Αλβανικού μετώπου και η Εθνική αντίσταση δείχνουν  και σήμερα το δρόμο προς τη δημοκρατία, την εθνική ανεξαρτησία, την κοινωνική δικαιοσύνη  την ειρήνη και την συνεργασία των λαών, χωρίς προκαταλήψεις, ρατσισμούς  και ξενοφοβίες.
Επιτέλους ας πάρουμε στα σοβαρά  την Ιστορία. Ας είμαστε ειλικρινείς απέναντι της. Ας την κοιτάξουμε στα μάτια. Ας ψιθυρίσουμε στην ψυχή μας και ας φωνάξουμε στα νέα  παιδιά που επιμένουν να συμμετέχουν και να δηλώνουν παρόν στις παρελάσεις αν και ανυποψίαστα, χωρίς ενημέρωση και γνώση του γεγονότος, ας φωνάξουμε για την ανάγκη της ιστορίας, της βίωσης του βαθύτερου νοήματος της εορτής, την επιδίωξη και κατάκτηση στόχων.
   Στόχων σαν κι αυτούς  που πάντα  ενέπνεαν  τον Ελληνισμό και  τον οδηγούσαν στην υπέρβαση.
    Ας  θυμηθούμε στο σημείο αυτό ότι τον 19ο αιώνα είχαμε στόχο να ελευθερωθούμε, να φτιάξουμε κράτος.  Τον 20ο  αιώνα είχαμε νέους στόχους:  να μεγαλώσουμε τη χώρα, να χορτάσει ψωμί ο ελληνισμός, να εδραιώσουμε τη δημοκρατία, να    εισέλθουμε στην οικογένεια της Ευρώπης, να κόψουμε το εισιτήριο και να ανέβουμε έστω και στο τελευταίο βαγόνι της τεχνολογίας και της πληροφορικής. Τον 21ο αιώνα τι στόχους έχουμε;
    Όταν γύρω μας παρατηρούμε ακινησία, σήψη, αδράνεια, αβουλία, υποκρισία και δεν διαπιστώνουμε πουθενά διάθεση για αυτοϋπέρβαση, για εκτίναξη, διάθεση για προσφορά και δημιουργία, για ξόδεμα, όταν δεν βλέπουμε στοχοπροσήλωση, διάθεση για θεμελιώδεις συμβολικές ενέργειες, για δέσμευση, για φυγή προς  τα εμπρός. Όταν δεν βλέπουμε χαρά, αλλά  ηδονοθηρία, αγωνία, φοβίες, βουλιμία, ραθυμία, κενό, άδεια βλέμματα. Σαν να είμαστε ανέστιοι, πλάνητες, άρριζοι, χωρίς αφετηρία  και χωρίς  τέλος δηλαδή σκοπό.
   Δεν θυμίζουμε σε τίποτε   εκείνη τη γενιά που πριν 72 χρόνια  είπε  το ΟΧΙ. Εάν εκείνη  η γενιά  είναι η γενιά  του ΟΧΙ, εμείς  σήμερα  είμαστε οι γενιές που έχουμε   κάνει συμβιβασμούς, υποχωρήσεις  και  πνευματικές αβαρίες. Το ΟΧΙ  που ακούστηκε  εκείνο το πρωινό  της 28ης Οκτωβρίου δια  στόματος  του δικτάτορα Ιωάννου Μεταξά, είχε  αρχίσει ο λαός να το ψιθυρίζει από το πρωινό της 15ης Αυγούστου στο λιμάνι της Τήνου, όταν το φασιστικό υποβρύχιο είχε βυθίσει την  «Έλλη». Αυτό το ΟΧΙ  έγινε σύνθημα  και  γράφτηκε με νεανικό αίμα πάνω στα βουνά, έγινε δάκρυ, λυγμός, πείνα,  ορφάνια, δυστυχία, στάχτη.
       Έτσι φτάσαμε στο σημείο σήμερα εμείς  να είμαστε ο μόνος  λαός  στην Ευρώπη που εορτάζει την είσοδο  του στον πόλεμο, ενώ όλοι οι άλλοι  εορτάζουν την έξοδό τους από αυτόν, την τελευταία  ημέρα του πολέμου τους.
   Η ιστορία  διδάσκει. Και  οι λαοί  που δε διδάσκονται από αυτή καλούνται να την ξαναζήσουν.
   Σήμερα  και πάλι είναι η εποχή του ΟΧΙ, των μεγάλων ηχηρών και γενναίων αρνήσεων, σε ότι μας  ευτελίζει  και απαξιώνει τη ζωή μας, σε ότι μας μειώνει και μας  προσβάλει ως έθνος, ως κοινωνία ως πρόσωπα, ως τίμιους εργαζόμενους και βιοπαλαιστές. Το  ΟΧΙ   στρέφεται σήμερα ενάντια στα ψευτοδιλήμματα της αξιοπρεπούς επιβίωσης ενός λαού ή του ευτελισμού του. Το σημερινό δίλημμα της επετείου κινείται ανάμεσα στη ΜΝΗΜΗ  και στη ΛΗΘΗ, στην ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ και τον ΕΞΕΥΤΕΛΙΣΜΟ, στην ΕΘΝΙΚΗ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ και στη ΔΟΥΛΟΠΡΕΠΕΙΑ, στη ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΑ κατοχυρωμένη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και στην ΑΚΡΑΙΑ ΠΑΡΕΚΛΙΣΣΗ, ανάμεσα στο ΗΘΟΣ και το ΑΗΘΕΣ.
Σε καιρούς που οι κάθε λογής ανυπόληπτες εξουσίες θέλουν ανθρώπους συμβατικούς, άχρωμους, υποταγμένους δουλικούς σε  έναν κόσμο  χωρίς ήρωες, χωρίς  ηγέτες χωρίς πρωτοπόρους,  ανεχόμαστε  τους  εμπόρους των ιδεών να καπηλεύονται  τα ιερά γεγονότα  και να θεωρούν εαυτούς  ως αποκλειστικούς  σωτήρες και γνήσιους εκφραστές της ιστορικής  συνείδησης του λαού. Θολώνουν  τα νερά με  ανέξοδες κορώνες και  αφορισμούς, γενικεύσεις  και κινδυνολογίες, συμβάλλοντας ταυτοχρόνως στη λήθη. Να ξεχάσουμε τα πραγματικά  γεγονότα, τους ήρωες, τις θυσίες  ενός λαού  που αυτός  έγραψε την ιστορία.
   Και  τότε  αυτή η λήθη μετατρέπεται σε εσωτερική απειλή για έναν λαό. Να  ξεχάσει δηλαδή ποιος και τι είναι, να χάσει τον άξονα του, να ναρκωθεί, να απογοητευτεί, να σαπίσει πάνω στο δέντρο που του έδωσε ζωή. Η λήθη  όπως αναφέρει  ο Τάσος Λιγνάδης είναι  η Πέμπτη φάλαγγα στην στρατηγική της Ιστορίας. Αυτή  τη λήθη αθώα βέβαια  αλλά  απερίσκεπτα, την αφήνουμε   εμείς  οι ίδιοι με τον ένα ή τον άλλον τρόπο να λειτουργεί διαβρωτικά. Ενώ το πιο μεγάλο αμυντήριο που διαθέτουμε είναι η μνήμη μας. Το πιο ισχυρό όπλο. Αυτό  που μας κράτησε στους αιώνες με την  πληθυντική, τη διαχρονική ψυχή του. Αυτό το εμείς  του Μακρυγιάννη. Αυτή η μνήμη  είναι  που θα μας  διασώσει  και θα γεμίσει  τη φαρέτρα  μας στην αρένα  του νέου  οικονομικού πολέμου.
Να ξεχάσουμε τα πραγματικά  γεγονότα, τους ήρωες, τις θυσίες  την προσφορά  ενός λαού  που αυτός  και μόνο αυτός έγραψε την ιστορία.
   Οι ήρωες που σε λίγο  θα σταθούμε μπροστά  τους στο ηρώο  ας γίνουν  πρότυπο   και  οδηγοί  για  μια ζωή ανώτερη αληθινή  και ουσιαστική. Κοινοί άνθρωποι σαν όλους εμάς ήταν και οι μαχητές του ’40 μέχρι την εποχή που ξέσπασε ο πόλεμος. Με  τους ίδιους  φόβους τις ίδιες αγωνίες  τις ίδιες ανασφάλειες  που έχει κάθε απλός άνθρωπος. Φαίνεται όμως πως το αδύναμο σωματικά και ψυχικά αυτό  πλάσμα, σε κρίσιμες ώρες που διακυβεύονται τα ιδεώδη και τα οράματά του μεταμορφώνεται και γίνεται γίγαντας επιστρέφοντας στη συλλογικότητα, στην αλληλεγγύη, στην καθολικότητα, στη συναδέλφωση στην αγωνιστική ετοιμότητα και το ήθος.
   Αν μας  ενδιαφέρει   η σημερινή εορτή είναι  γιατί πέρα από την οφειλόμενη ευγνωμοσύνη που πρέπει να  νοιώθουμε για εκείνους   που έδωσαν τη ζωή  τους προκειμένου εμείς σήμερα να αναπνέουμε πιο  ελεύθερα, είναι και επειδή οι αγωνιστές  τότε μας δίδαξαν ήθος και μας άφησαν αιώνιο παράδειγμα για το πώς πρέπει να στεκόμαστε κι εμείς πάντοτε απέναντι σε κάθε κίνδυνο που έρχεται να απειλήσει την ανεξαρτησία  της πατρίδας μας αλλά και  τα ιδεώδη, τις αξίες, τις παραδόσεις, την κληρονομιά, την αξιοπρέπειά μας. ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ  ΑΥΤΩΝ
   Απόσπασμα από τον πανηγυρικό λόγο που εκφωνήθηκε την 28η Οκτωβρίου 2012 στο Ηρώο της πόλης της Αίγινας από τον εκπαιδευτικό κ. Γ. Μπήτρο