Πέμπτη 12 Αυγούστου 2021

"Αιγινήτες" το πρώτο τεύχος της σειράς που είναι αφιερωμένη στα πρόσωπα της Αίγινας.


Το πρώτο τεύχος  της σειράς που είναι αφιερωμένη  στους  Αιγινήτες που άφησαν με τη ζωή και το έργο τους ανεξίτηλη τη σφραγίδα  στον κοινωνικό και  πολιτιστικό τοπίο  του νησιού, κυκλοφόρησε  στις αρχές  του περασμένου Ιουλίου.
Η ανταπόκριση των ανθρώπων  του νησιού μας και των επισκεπτών  του ήταν εντυπωσιακή. Οφείλουμε να ευχαριστήσουμε όλους εσάς για την ανταπόκριση σας και να αναφέρουμε ότι το τεύχος είναι πλέον διαθέσιμο εκτός από το βιβλιοπωλείο "ΛΥΧΝΑΡΙ" και  στο  ΚΕΝΤΡΟ ΤΥΠΟΥ στην παραλία  της Αίγινας.

Αναδημοσιεύουμε από την πρώτη μας δημοσίευση ένας απόσπασμα  από τον πρόλογο του τεύχους: 

«Κάθε δεντρί κι ο ίσκιος του» 

  Τα  χρόνια που η Αίγινα είχε λιγοστά δέντρα, οι κάτοικοί της όργωναν τη  γη και έσπερναν κριθάρι, βρώμη, σιτάρι και όσπρια για να καλύψουν τις βασικές διατροφικές ανάγκες τους. Δίπλα στις μικρές  αυτές καλλιεργήσιμες εκτάσεις υπήρχαν πολλά αμπέλια, αμυγδαλιές, συκές, βερυκοκιές, λιγοστές ελιές, κάποια κυπαρίσια, σκίνα και αραποσυκιές. Οι φιστικιές ήρθαν αργότερα.

   Οι παλαιοί Αιγινήτες δούλευαν τη γη τους και ψάρευαν στη θάλασσα  τους. Κάποιοι από αυτούς, οι πιο  τολμηροί, ανέβαιναν στα σφουγγαράδικα καΐκια και τράβαγαν κατά το νότο για να βουτήξουν για σφουγγάρια. Έφευγαν  το Μάιο και, αφού τρύγιζαν το βυθό μέχρι τον κόλπο της Βεγγάζης επέστρεφαν το Σεπτέμβρη  ευτυχισμένοι στα σπιτικά και στη γη τους.

  Εκείνες τις εποχές λοιπόν που τούτη η γη δεν είχε πολλά δέντρα για να ξαποστάσεις στον ίσκιο τους, υπήρχαν άνθρωποι απλοί, μεροκαματιάρηδες, γεμάτοι δύναμη και όρεξη για ζωή. Άνθρωποι  του μόχθου, της βιοπάλης που κατόρθωσαν και στάθηκαν όρθιοι στα δύσκολα της ζωής. Άντρες και γυναίκες που ξεπέρασαν την πείνα, την ανέχεια, τις αρρώστιες, τη γερμανική κατοχή, με χαμόγελο και ελπίδα. Άνθρωποι που δεν λύγισαν, δεν κοντοστάθηκαν, δεν τα παράτησαν  γιατί αγαπούσαν  τη ζωή, τον τόπο  τους, γιατί είχαν πίστη στο Θεό και εμπιστοσύνη στον αδελφό τους.

  Έκαναν την καθημερινότητα γιορτή, μεθούσαν και τραγουδούσαν σε κάθε ευκαιρία σε γιορτές, στον τρύγο, στο αλώνι. Μάλωναν, καβγάδιζαν, βλαστημούσαν αλλά στο τέλος φιλιωμένους τους έβρισκε το δειλινό. Άνθρωποι που όταν αλάργεψαν από τη ζωή και από τα χώματα τους έμεινε  η αύρα τους, ο αγέρας, ο ίσκιος τους να ξεκουράζει και  η θύμηση, η μνήμη  τους να αναπαύει τους επόμενους.

 Είναι οι Αιγινήτες που έζησαν πριν από εμάς.

 Που κάποιους γνωρίσαμε και κάποιους από αυτούς δεν προλάβαμε να συναντήσουμε. Είναι εκείνοι που ακούμε τις ιστορίες τους τα βράδια του χειμώνα. Τα λόγια τους ακόμα τα θυμούνται  οι απόγονοι τους και τη βιωτή τους τη μνημονεύουν με σεβασμό.

Είναι  όλοι εκείνοι που έζησαν μαζί με τον Άγιο Νεκτάριο και ξελάκωσαν μαζί τα χωράφια  του μοναστηριού του. Εκείνοι που χάζευαν  τον Καζαντζάκη να κατεβαίνει για ψώνια  στην πόλη. Το καλοντυμένο Ελύτη να σεργιανίζει  στο λιμάνι. Τον Βασιλείου καθιστό να ζωγραφίζει μπροστά στην παλέτα του την Παναγίτσα και τον Μόραλη να πίνει  τον καφέ  του στο «Αιάκειον»

Κοντά σε αυτούς και κάποιοι άλλοι που ανέβασαν με τα γαϊδουράκια  τους  τον Άλμπερ Καμύ, τη Βιρτζίνια Γουλφ, την Ελίζαμπεθ Τέηλορ  στην Αφαία. Αυτοί που βοήθησαν τη Γωγώ Κουλικούρδη να στήσει  τις πρώτες γιορτές  στην Κολώνα και στην Αφαία, που είδαν τον Κώστα Βάρναλη να κάνει βαρκάδα με  την Κατερίνα, τη Ζωή το Αντιγονάκι και τη Ζηνοβία.

  Οι παλαιοί πετράδες, οι ρετσινάδες, οι ταβερνιάρηδες οι πρώτοι καλλιεργητές και μικροπωλητές του φιστικιού. Οι πάμπολλοι κομπάρσοι στις «Διακοπές στην Αίγινα» που έτρεξαν δίπλα στην Αλίκη Βουγιουκλάκη και στον Ανδρέα Μπάρκουλη. Οι χαμάληδες και οι αμαξάδες  του λιμανιού που μετέφεραν τις βαλίτσες  του Γ. Σεφέρη, του Ν. Νικολάου της Μαρίας Πωπ.

Πώς να μην αναφέρουμε και  τους ταπεινούς χωρικούς της Βαγίας που ενέπνευσαν τη Ζωρζ Σαρρή  και  τους ταπεινούς συνεργάτες  του Χρήστου Καπράλου;

 Είναι οι Αιγινήτες που στερέωσαν με το δικό  τους λιθαράκι την ξερολιθιά της σημερινής Αίγινας όπου πάνω της φύτρωσε φλισκούνι και αρμπαρόριζα. 

Απλοί άνθρωποι, ανώνυμοι πολλές φορές μα  με  μεγάλο ίσκιο. Στον ίσκιο  τους σήμερα εμείς ξαποσταίνουμε, στα αγκωνάρια της προσωπικής  τους δουλειάς ακουμπάμε και ατενίζουμε με ασφάλεια  το μέλλον.