Αυτή την ώρα του μεστού καλοκαιριού, με τους
μικρούς και μεγάλους καρπούς, ώριμους πιά στο δέντρο της παλιάς αυλής με τη γέρικη κληματαριά στην
κρεβατίνα της, ανήμπορη αλλά φορτωμένη
με τους γλυκούς καρπούς της, αυτή την ώρα που τα μελτέμια δροσίζουν τα
ηλιοδαρμένα νησιά, η ψυχή μας είναι και πάλι πρόθυμη να αναζητήσει τους
ρεμβασμούς του Δεκαπενταύγουστου και την ευφροσύνη της μεγάλης γιορτής της
Παναγίας που έφθασε. Θα ήταν πνευματικά
κατάξερο το καλοκαίρι αν δε φώλιαζε στην
καρδιά του η μεγάλη γιορτή της Κοίμησης της
Παναγιάς. Ο Αύγουστος είναι ο μήνας της Παναγίας και της Ρωμιοσύνης. Και
αυτό δεν είναι ούτε σχήμα λόγου, ούτε υπερβολή, αν σκεφθεί κανείς ότι δεν
υπάρχει χωριό ή πολιτεία, νησί ή βουνοπλαγιά που να μην έχει ναό ή ξωκλήσι
αφιερωμένο στην Παναγία. Μεγάλες λαμπροστόλιστες εκκλησίες στις πολιτείες και
στα χωριά, γραφικά κάτασπρα ξωκλήσια σε πλαγιές και παραλίες, όλα αυτά τα
κτίσματα των Ορθοδόξων Ελλήνων,
συγκεντρώνουν τους χριστιανούς σε Εσπερινούς και Παρακλήσεις, σε Λειτουργίες και ιερές περιφορές της εικόνας
της. Ο Φώτης Κόντογλου ονόμασε την
Κοίμηση της Θεοτόκου, «Πάσχα του
καλοκαιριού». Γιατί μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού ανατέλλει η ελπίδα της
άνοιξης, προαναγγέλεται η υπέρβαση του θανάτου, η χαρά και το πανηγύρι της
ζωής. Γι’ αυτό ο πιστός λαός καταφεύγει στη χάρη της. Όρθιοι κλήρος και λαός
τούτες τις μέρες ψάλλουν εκ βαθέων, ευχαριστώντας, ικετεύοντας,
παρακαλώντας σε τόνο εορταστικό και όχι
πένθιμο τη μητέρα, τη μεσίτρια, την υπερευλογημένη, την υψηλοτέρα των
ουρανών Παναγία, που είναι το πιο
αγαπημένο και λατρεμμένο πρόσωπο της
Εκκλησίας μετά τον Υιό της. Άλλωστε δεν υπάρχει εποχή του χρόνου που να μην
έχει εορτή της Παναγίας. Δεν υπάρχει
τόπος που να μην πανηγυρίζει τη Θεοτόκο,
εκείνη που έσωσε το γένος σε δύσκολες
στιγμές. Δεν υπάρχει σπίτι που να μην έχει εικόνα της και καντήλι να σιγοκαίει
άγρυπνο και με την αχνή φλόγα του να συντροφεύει τον ευτυχισμένο ύπνο των
ανθρώπων του μόχθου.
Στην
Αίγινα πολλές είναι οι εκκλησιές
και τα ξωκλήσια που πανηγυρίζουν τον Δεκαπενταύγουστο.
Ξεκινώντας το εορταστικό οδοιπορικό μας
από την πόλη, θα σταματήσουμε στην «Μεγάλη
Εκκλησία», στον Μητροπολιτικό Ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου που βρίσκεται
στο κέντρο της πόλης. Ο στρατηγός
Γεώργιος Καραισκάκης ονόμασε πρώτος
«Μεγάλη Εκκλησία» τον ναό
αυτό «Μεγάλη Εκκλησία», αφήνοντας
παραγγελία στους αξιωματικούς που τον
περιστοίχιζαν στην μάχη του Φαλήρου [1827], «…εάν πεθάνει, να ταφεί εις
Μεγάλην Εκκλησία». Ο ναός αποτελεί ένα από τα λαμπρότερα και
σημαντικότερα κτίσματα των αρχών του 19ου αιώνα. Οι
εργασίες ανοικοδόμησης ολοκληρώθηκαν το 1806 και διεδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο
στα χρόνια που η Αίγινα ήταν πρωτεύουσα του Νεοσύστατου Ελληνικού κράτους.
Ανάμεσα στα χρόνια 1826–1828 η Μητρόπολη ήταν καθεδρικός ναός της Ελεύθερης
Ελλάδος, στέγη και πολιτικό κέντρο της Κοινότητας, δηλαδή του Εκλογικού
σώματος, όπου πραγματοποιούνταν οι συνελεύσεις. Στην Μητρόπολη είχε ορισθεί να
συνέλθει η Γ΄ Εθνική Συνέλευση, εκεί συνεδρίαζε η Βουλή, στο γυναικωνίτη βρήκε
στέγη το πρώτο Δημόσιο Σχολείο, και
ελάμβαναν χώρα όλες οι μεγάλες Θρησκευτικές και Εθνικές εορτές.
Θα ήταν μεγάλη παράλειψη εάν δεν
σημειώναμε ότι στην Εκκλησία αυτή έγινε η επίσημη υποδοχή του πρώτου Κυβερνήτη του Ι.
Καποδίστρια. Σήμερα οι κολώνες, το
τέμπλο, οι εικόνες, τα αφιερώματα του ναού μαρτυρούν το ένδοξο παρελθόν και το αδειανό στασίδι του
Ι.Καποδίστρια πιστοποιεί και θυμίζει
την συμμετοχή του νησιού στην νεότερη ιστορία της Ελλάδος.